Κυριακή ε΄ Ματθαίου

evagelistis mathaios3ια τη θεραπεία δύο δαιμονισμένων ανθρώπων μας μίλησε σήμερα το Ιερό Ευαγγέλιο. Στην ανατολική όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ υπήρχε μια πόλη που λεγόταν Γέργεσα. Οι άνθρωποι της πόλεως αυτής ήταν βυθισμένοι στην ύλη και στην παρανομία. Μια εικόνα των ανθρώπων της περιοχής αυτής ήταν οι δύο δαιμονισμένοι, «Χαλεποί λίαν», που δεν έμεναν μέσα στην πόλη, έμεναν έξω, στα μνήματα και κανένας δεν τολμούσε να περάσει από το μέρος εκεί. Ήταν επικίνδυνοι, ο φόβος και ο τρόμος.

Εκεί ο Χριστός με τους μαθητές του αποβιβάστηκε από το πλοίο και αμέσως οι δαιμονισμένοι τρόμαξαν. Μόλις είδαν το Χριστό τα πονηρά πνεύματα, φώναξαν δυνατά: «Τι ημίν και σοι, Ιησού υιέ του Θεού; ήρθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς;». «Ποιά σχέση υπάρχει μεταξύ μας Ιησού, υιέ του Θεού; Συ είσαι υιός του Θεού και εμείς ακάθαρτα πνεύματα. Γνωρίζουμε ότι στην παγκόσμια κρίση θα τιμωρηθούμε. Σε παρακαλούμε μη μας τιμωρήσεις από τώρα.» Πρόβλεψαν οι δαίμονες ότι ο Κύριος θα τους εξεδίωκε. Την ώρα εκείνη εκεί κοντά ήταν μια αγέλη χοίρων.

Οι δαίμονες, βέβαιοι ότι ο Χριστός θα τους έβγαζε από τους δύο ανθρώπους, τον παρακάλεσαν να μπουν στους χοίρους. Και ο Χριστός τους επέτρεψε όχι γιατί το αξίωσαν τα δαιμόνια, αλλά γιατί ο εβραϊκός νόμος απαγόρευε να τρέφουν γουρούνια και να τρώνε το κρέας τους. Οι Γεργεσηνοί, λαίμαργοι και πλεονέκτες, παρέβαιναν το μωσαϊκό νόμο. Μπήκαν λοιπόν τα δαιμόνια στους χοίρους και ολόκληρο το κοπάδι όρμησε και πνίγηκε στη λίμνη. Οι χοιροβοσκοί έτρεξαν τρομαγμένοι στα Γέργεσα και ανέφεραν στους κατοίκους όσα έκανε ο Χριστός.

Όλοι τότε οι Γεργεσηνοί βγήκαν προς το μέρος όπου ήταν ο Χριστός, όχι για να εκδηλώσουν ευχαριστίες και μετάνοια, αλλά για να τον παρακαλέσουν να φύγει από την περιοχή τους. Η παρουσία του στη χώρα τους υπήρχε περίπτωση να βλάψει και άλλα υλικά τους συμφέροντα. Δεν ήταν επιθυμητός στην περιοχή τους. Προτιμούσαν τους χοίρους, την παρανομία, την αμαρτία και όχι το Χριστό. Και ο Κύριος, που σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, πήρε το πλοίο του και επέστρεψε με τους μαθητές του στην Καπερναούμ. Φαίνεται παράδοξο το φαινόμενο το οποίο παρουσιάζουν οι Γεργεσηνοί.

Ο Κύριος επισκέπτεται τη χώρα τους. Η τιμή που τους έκαμε συνοδεύεται και με τον πλούτο της χάριτος. Διδάσκει και θαυματουργεί. Τους απαλλάσσει από την παρουσία δύο δαιμονισμένων, τους θεραπεύει και τους επαναφέρει στην κοινωνία. Οι Γεργεσηνοί όμως όχι μόνο δεν συμμετέχουν στη χαρά των δύο συνανθρώπων τους, αλλά παρακαλούν το Χριστό να φύγει από κοντά τους. Ο άνθρωπος εξορίζει από τη ζωή του το Χριστό. Ένα θλιβερό φαινόμενο που επαναλαμβάνεται στην εποχή μας.

Μόνος ο άνθρωπος απ’ όλα τα δημιουργήματα έχει την ιδιαίτερη τιμή να γνωρίζει το Θεό χάρη στα χαρίσματά του, στη λογική, στην κρίση, στη συνείδηση και κυρίως στον αθάνατο σπινθήρα της ψυχής του, έχει τη δυνατότητα να «μετέχει του θείου». Να επιζητά και να ερμηνεύει τη ζωή και το νόημά της. Να ζητά να βρει την πηγή της ζωής του, τη δημιουργική του αρχή. Να αποδέχεται την Αποκάλυψη του Θεού. Του Θεού που έγινε άνθρωπος για να τον σώσει από τη μοναξιά, το θάνατο, το κράτος του διαβόλου.

Όλα αυτά επιτυγχάνονται στην έννοια της κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό. Όμως η κοινωνία αυτή, που είναι η παρουσία του Χριστού στην καρδιά του ανθρώπου, για πολλούς ανθρώπους δεν είναι επιθυμητή. Η παρουσία του Θεού εμποδίζει τις δουλειές τους. Οι εργασίες τους είναι ύποπτες, οι επιδιώξεις τους αντικανονικές, τα σχέδιά τους παράνομα, ο πόθος του πλουτισμού άπιαστος. Γι’ αυτό δεν τον θέλουν. Ο Χριστός ζητεί τιμιότητα, αθωότητα, αγνότητα. Είναι το φως, το ολόλαμπρο και δυνατό. Οι αμφίβολες όμως δουλειές χρειάζονται μισόφωτο, σκοτάδι.

Τον παρακαλούν να παραμερίσει. Δεν βρίζουν, δεν παρουσιάζονται φανατικοί εχθροί Του. Τηρούν ίσως τα προσχήματα. Να δώσουμε χρήματα σε κάποιον φτωχό. Και κερί να ανάψουμε την Κυριακή και μια εικόνα να βάλουμε στο σπίτι. Μη ζητά όμως να επέμβει στη δουλειά μας, μην επιμένει να κόψουμε τις συνήθειες, ν’ αλλάξουμε ζωή. Υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να γίνουν, που τα ζητάει η εποχή, η κοινωνική θέση, στα οποία η παρουσία του Θεού είναι ενοχλητική. Έτσι τον διώχνουν με εύσχημο τρόπο από τη ζωή τους.

Ο Θεός που σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου φεύγει όταν εκείνος τον διώχνει. Και τότε ο άνθρωπος χάνει τη ζωή του, γιατί ο Θεός είναι η ζωή του. Καμιά άλλη δύναμη δεν υπάρχει που μπορεί να γίνει αρχή και πηγή της ζωής. Ο Θεός μας μιλάει για την αλήθεια της υπάρξεώς μας. Εμπνέει μέσα μας την αγάπη για τη ζωή της αθανασίας. Μας σηκώνει από τις πτώσεις μας. Μας αγιάζει με τη χάρη των Μυστηρίων. Ανοίγει τα μάτια της ψυχής μας, ώστε να βλέπουν την αλήθεια των τμημάτων αυτής της ζωής και να μην ταυτίζονται με την ύλη και τη φθορά.

Για να μην ρημάζει ο κόσμος από την απουσία του Θεού είναι ανάγκη να επιζητούμε συνεχώς την παρουσία Του, και είναι παρών, μέσα στην Εκκλησία Του, που είναι Αυτός μαζί μας και εμείς μαζί Του, ο Χριστός μαζί μας στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.