παραβολή του Σπορέως, που ακούσαμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, είναι λίγο-πολύ γνωστή σε όλους μας. Ο Κύριος μιλά για το γεωργό εκείνο που πήγε στο χωράφι του για τη σπορά, και άλλοι σπόροι έπεσαν στο δρόμο και πήγαν χαμένοι, αφού καταπατήθηκαν από τους περαστικούς και έγιναν τροφή των πουλιών, άλλοι έπεσαν επάνω στις πέτρες, και μόλις φύτρωσαν λίγο, αμέσως ξεράθηκαν, επειδή δεν υπήρχε ούτε χώμα ούτε υγρασία. Άλλοι πάλι έπεσαν σε μέρος γεμάτο αγκάθια, τα οποία έπνιξαν τα νεόφυτα βλαστάρια, και εκείνοι τέλος που έπεσαν στην εύφορη γη, και αναπτύχθηκαν τα φυτά και απέδωσαν καρπό εκατονταπλάσιο.
Την ερμηνεία αυτής της παραβολής την δίνει ο ίδιος ο Χριστός στη συνέχεια της ευαγγελικής περικοπής. Μας λέει ότι ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού, και ο γεωργός επομένως είναι ο ίδιος ο Θεός. Τα δε διάφορα είδη της γης στα οποία έπεσε ο σπόρος, είναι οι διαφορετικοί τύποι ανθρώπων, οι οποίοι ανάλογα με την προαίρεση και την πνευματική τους κατάσταση, δέχονται τον λόγο του Θεού και είτε αυτός καρποφορεί στην ζωή τους, είτε μένει άκαρπος και ατελέσφορος.
Έτσι, ο δρόμος της παραβολής αντιστοιχεί στους ανθρώπους εκείνους που ακούν μεν τον λόγο του Θεού, αλλά ευθύς αμέσως έρχεται ο διάβολος και παίρνει από την καρδιά τους τα θεϊκά λόγια, ώστε να μην πιστέψουν και να μην σωθούν. Οι πέτρες πάλι, είναι εκείνοι οι άνθρωποι μου με χαρά ακούν και δέχονται τον λόγο του Θεού, αλλά δεν έχουν πνευματικές ρίζες και με τον πρώτο πειρασμό εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια και μαραζώνουν πνευματικά. Τα αγκάθια, μάς λέει ο Χριστός, είναι οι βιοτικές μέριμνες, οι ηδονές και ο πλούτος, που απασχολούν την καθημερινότητά μας και αντλούν όλη την ενεργητικότητά μας, με αποτέλεσμα να ξεχνάμε και να παραθεωρούμε το λόγο του Θεού, ο οποίος τελικά καταπνίγεται μέσα μας και δεν καρποφορεί.