Ὅσιος Συμεὼν ἡγούμενος τῆς μονῆς Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους (19 Απριλίου)

15 Ὅσιος Συμεών, ὁ καί «ἀνυπόδητος καί μονοχίτων» ἀποκαλούμενος, γεννήθηκε περί τό ἔτος 1500 στό χωριό Βαθύρρεμα Λαρίσης, τοῦ ὁποίου σήμερα σώζονται ἐλάχιστα ἐρείπια.
Καταγόταν ἀπό εὐσεβή οἰκογένεια, ὁ δέ πατέρας του Ἀνδρέας, πού ἦταν ἱερέας, φρόντισε γιά τήν κατά Χριστόν ἀγωγή τοῦ Συμεών καί τή μόρφωσή του. Σέ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ὁ Συμεών ἐγκατέλειψε τήν οἰκία του κινούμενος ἀπό ἔνθεο ζῆλο καί ἀγάπη γιά τόν μοναχικό βίο. Ἀφοῦ ἀναχώρησε ἀπό τήν γενέτειρά του, μετέβη στόν Ἐπίσκοπο Δημητριάδος Παχώμιο, ἱεράρχη ἐνάρετο, στήν ἐπαρχία τοῦ ὁποίου ὑπαγόταν τότε τό Βαθύρρεμα. Ἐκεῖνος τόν ἔκειρε μοναχό καί τόν χειροτόνησε διάκονο. Ἔπειτα ὁ Συμεών μετέβη στή μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου – Ἁγίου Δημητρίου Οἰκονομείου ἢ Κομνηνείου στόν Κίσσαβο, ὅπου κατά τό Συναξάριο, περνοῦσε τόν βίο του μέ σκληραγωγία, νηστεία πολλή, ἀγρυπνία ἄμετρη, ὁλονύκτια στάση, μή ἔχοντας ὑποδήματα καί φορώντας μόνο ἕνα ἱμάτιο παλαιό καί σκισμένο. Γι’ αὐτό καί ὀνομάσθηκε «ἀνυπόδητος καί μονοχίτων».
Ἀφοῦ γιά μεγαλύτερη ἄσκηση, ἀναχώρησε ἀπό τή μονή αὐτή, μετέβη στή μονή Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Ἀπό τή μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας ἐγκαταστάθηκε ἔπειτα στή μονή Φιλοθέου, τῆς ὁποία διετέλεσε ἡγούμενος μέ παράκληση τῶν ἀδελφῶν αὐτῆς.
Ἀπό ἐκεῖ ἀναγκάσθηκε νά ἀπομακρυνθεῖ ἕνεκα ἀσέβαστης συμπεριφορᾶς τῶν μοναχῶν αὐτῆς, ἡ ὁποία ἔφθασε μέχρι τήν φυλάκιση τοῦ Ὁσίου στόν πύργο τῆς μονῆς καί ἦλθε στό Πήλιον ὄρος, τό ὁποῖο τότε καλεῖτο Ζαγόριο. Ἐκεῖ, στή θέση Φλαμούριο τῆς Ζαγορᾶς, ἔχτισε μονή πρός τιμή τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, στήν ὁποία καί μόνασε μέ ἄλλους μοναχούς.
Ἀφοῦ ρύθμισε τά τῆς μονῆς καί κατέστησε αὐτήν κοινόβιο εὐλαβῶν μοναχῶν, ἄφησε τήν ἡσυχία τοῦ μοναστηριοῦ καί στράφηκε πρός τόν κόσμο, πρός τούς ὑπόδουλους στούς Τούρκους Χριστιανούς καί πρός τό Γένος, ἀναλαμβάνοντας ἔργο ἱεραποστολικό καί ἐθνικό. Ἐπισκέφθηκε τά μέρη τῆς Ζαγορᾶς, τῶν Ἀθηνῶν, τῆς Λάρισας, τῆς Λαμίας, τῶν Γρεβενῶν καί τῶν Θηβῶν, διδάσκοντας τό λαό.
Ἀπό τήν Βοιωτία, ὁ Ὅσιος Συμεών μετέβη στόν Εὔριπο (Χαλκίδα). Ἐκεῖ τό κήρυγμά του διαβλήθηκε καί παρ’ ὀλίγον νά ὑφίστατο τό διά πυρᾶς μαρτύριο. Οἱ κατακτητές Τοῦρκοι φθόνησαν τήν παρρησία τοῦ Ὁσίου, καθώς καί τίς τιμές καί τήν εὐλάβεια πού οἱ Χριστιανοί ἀπέδιδαν σέ αὐτόν. Γιατί ὅλοι συνομιλοῦσαν μέ καύχηση γιά τόν Ὅσιο, δεδομένου μάλιστα ὅτι ἀσθενεῖς καί κλινήρεις ἐρχόμενοι πρός αὐτόν θεραπεύονταν, τό δέ πλῆθος ἔτρεχε πλησίον του γιά νά ἐξομολογηθεῖ καί νά ὠφεληθεῖ πνευματικά. Κατηγορήθηκε λοιπόν ὁ Ὅσιος ἀπό τούς Τούρκους στόν Κεχαγιᾶ, δηλαδή τόν ἐπίτροπο πασᾶ τοῦ Εὐρίπου, ὅτι δίδασκε καθημερινά τούς Μουσουλμάνους νά ἐγκαταλείψουν τήν θρησκεία τους ὡς ψευδή καί πλανημένη καί νά γίνουν Χριστιανοί.
Τό ἀποτέλεσμα τῆς ψευδοῦς αὐτῆς κατηγορίας ἦταν νά συλληφθεῖ ὁ Ὅσιος, νά ἁλυσοδεθεῖ καί νά ὁδηγηθεῖ στό μέσον τοῦ παζαριοῦ, ὅπου τό πλῆθος τῶν Τούρκων ἄρχισε νά συγκεντρώνει ξύλα γιά νά τόν κάψει. Τότε ἕνας Ἄραβας καί μερικές γυναῖκες, στό ἄκουσμα τῆς καύσεως τοῦ Ὁσίου, ἔσπευσαν στήν μητέρα τοῦ Κεχαγιᾶ καί τήν παρακάλεσαν νά τόν σώσει ἀπό τόν θάνατο. Ἡ ἄμεση ἐπέμβαση τῆς μητέρας πρός τόν υἱό της Κεχαγιᾶ, οἱ παραινέσεις αὐτῆς καί ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ψεύδους, εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα νά κληθεῖ ὁ Ὅσιος Συμεών ἐνώπιον τοῦ Κεχαγιᾶ πρός ἀπολογία. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἀφεθεῖ ὁ Ὅσιος ἐλεύθερος καί νά κηρύσσει πλέον ἐλεύθερα τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ὅσιος Συμεών ἐπέστρεψε καί πάλι στή μονή του καί λίγο ἀργότερα μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνέχισε τό ἔργο τοῦ κήρυκος τοῦ θείου λόγου. Ἐκεῖ βρισκόμενος, κοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1594. Τό ἱερό λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς νήσου Χάλκης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx