Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστής (25 Απριλίου)

15 Ἅγιος Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Μᾶρκος, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν καί Ἰωάννης, ἦταν Ἰουδαῖος Ἑλληνιστής καί ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Μαρία. Καταγόταν ἀπό εὔπορη οἰκογένεια καί κατά τήν συνήθεια τῆς ἐποχῆς νά παίρνουν οἱ Ἰουδαῖοι καί ἕνα δεύτερο ὄνομα ἑλληνικό ἢ ρωμαϊκό, ὀνομάσθηκε καί Μᾶρκος. Ἡ οἰκογένειά του διέθετε τό προφανῶς εὐρύχωρο σπίτι της στήν Ἱερουσαλήμ γιά τίς συνάξεις τῶν Χριστιανῶν. Ὁρισμένοι παλαιότεροι ἐρευνητές δέχονται ὅτι στό σπίτι αὐτό ἔλαβε χώρα τό τελευταῖο δεῖπνο τοῦ Ἰησοῦ μέ τούς Μαθητές Του καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος, «ὁ κεράμιον ὕδατος βαστάζων», ὁ ὁποῖος θά ἔδειχνε στούς δύο Μαθητές πού ἔστειλε ὁ Ἰησοῦς γιά τήν προετοιμασία τοῦ δείπνου τό «ἀνώγαιον μέγα ἐστρωμένον ἕτοιμον», ἦταν ὁ Ἰωάννης Μᾶρκος.
Ἡ καταγωγή τοῦ Ἀποστόλου Μάρκου ἦταν μᾶλλον ἀπό τήν Κύπρο. Ἀπό νεαρή ἡλικία ἄρχισε τήν διακονία τῆς κηρύξεως τοῦ Εὐαγγελίου, συνοδεύοντας τόν θεῖο του Ἀπόστολο Βαρνάβα καί τόν Ἀπόστολο Παῦλο στίς διάφορες περιοδεῖες τους.
Στήν πρώτη περιοδεία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου διακόπτει τήν συνεργασία, ὅταν ὁ Παῦλος καί οἱ συνεργάτες του ἔφθασαν ἀπό τήν Κύπρο στήν Πέργη τῆς Παμφυλίας καί ἀπό ἐκεῖ ἐπιστρέφει στά Ἱεροσόλυμα. Στήν ἀρχή τῆς δεύτερης περιοδείας, μετά τήν Ἀποστολική Σύνοδο, κατά τόν «παροξυσμό» πού παρατηρήθηκε μεταξύ Παύλου καί Βαρνάβα, ὁ τελευταῖος μέ τόν Μᾶρκο ἀπέπλευσαν στήν Κύπρο καί ὁ Παῦλος μέ τόν Σίλα ξεκίνησαν γιά τή νοτιοδυτική Μικρά Ἀσία. Ἀργότερα ὁ Μᾶρκος βρίσκεται πάλι κοντά στόν Παῦλο κατά τόν χρόνο πού γράφει ὁ Ἀπόστολος τίς Ἐπιστολές τῆς αἰχμαλωσίας καί τέλος μνημονεύεται στήν Α’ Ἐπιστολή τοῦ Πέτρου, ὡς συνεργάτης αὐτοῦ καί στήν Β’ πρός Τιμόθεον Ἐπιστολή.

Διάφορες παραδόσεις γιά τόν Ἀπόστολο Μᾶρκο ἀπηχοῦνται σέ ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς ἢ σέ ἀρχαία λατινικά χειρόγραφα τοῦ Εὐαγγελίου του. Ὁ Ἰππόλυτος τόν ὀνομάζει «κολοβοδάκτυλον», εἴτε γιατί εἶχε δυσανάλογα μικρά δάχτυλα σέ σχέση πρός τό σῶμα του, εἴτε γιατί ἀπέκοψε ὁ ἴδιος ἕνα ἀπό τά δάχτυλά του ὅταν ἔγινε Χριστιανός, γιά νά μήν θεωρεῖται ἄρτιος καί ἱκανός νά τελεῖ τά καθήκοντά του ὡς λευΐτης πού ἦταν, εἴτε τέλος, σύμφωνα μέ ἄλλη, ἀλληγορική αὐτή τή φορά ἑρμηνεία, γιατί τό Εὐαγγέλιό του στερεῖται εἰσαγωγῆς καί ἐπιλόγου. Ὁ Ἐπιφάνιος διασώζει τήν πληροφορία ὅτι ὁ Μᾶρκος ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς Ἑβδομήκοντα Μαθητές τοῦ Κυρίου καί ὅτι ἀνῆκε σέ ἐκείνους πού σκανδαλίσθηκαν ἀπό τά λόγια πού εἶπε ὁ Ἰησοῦς στό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο γιά τή βρώση τῆς Σάρκας Του καί τόν ἐγκατέλειψαν. Ἄλλοι ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ Εὐαγγελιστής Μᾶρκος ἵδρυσε καί τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀκηλυΐας τῆς Ἰταλίας καί ἐργάσθηκε ἀποστολικά στή Δύση, στή Ρώμη καί στά Μεδιόλανα. Τέλος, ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση γενικότερα θεωρεῖ τόν Ἀπόστολο Μᾶρκο ἱδρυτή καί πρῶτο Ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Ὁ Ἀπόστολος Μᾶρκος μετέβη στήν Αἴγυπτο περί τά τέλη τοῦ ἔτους 62 μ.Χ., ἡμέρα τοῦ Πάσχα, οἱ Ἐθνικοί τόν συνέλαβαν, τόν ὑπέβαλαν σέ φρικτά βασανιστήρια καί τόν ἔριξαν στή φυλακή. Τήν ἑπόμενη, δεύτερη ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, τόν ἔσυραν ἀνά τίς ὁδούς τῆς Ἀλεξάνδρειας καί μαρτύρησε, εὐχαριστώντας τόν Θεό διότι ἀξιώθηκε νά μαρτυρήσει ὑπέρ τοῦ Ἁγίου Ὀνόματος Αὐτοῦ. Οἱ εἰδωλολάτρες θέλησαν νά κάψουν τό ἅγιο λείψανό του σέ τόπο πού ὀνομαζόταν «εἰς τούς Ἀγγέλους», ὅπου ἀργότερα ἱδρύθηκε καί ναός, τό «Ἀγγέλιον», ἀλλά λόγῳ τῆς θύελλας πού ξέσπασε μέ βροχή καί χαλάζι, ἐγκατέλειψαν τό ἱερό λείψανο καί ἔφυγαν. Οἱ Χριστιανοί ἀφοῦ παρέλαβαν τό τίμιο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου τό κατέθεσαν σέ μνημεῖο, ἐπί τοῦ ὁποίου οἰκοδομήθηκε ναός πρός τιμήν του.
Τό ἱερό λείψανο τοῦ Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, ἀργότερα μετακομίσθηκε στή Βενετία ἀπό Βενετούς ναυτικούς. Ἡ πράξη δικαιολογήθηκε πολύ ἀργότερα μέ ἀναφορά σέ κάποια προφητεία πού Ἄγγελος Κυρίου ἔδωσε στόν Ἀπόστολο Μᾶρκο, σύμφωνα μέ τήν ὁποία τό σκήνωμά του θά ἀναπαυόταν κάποτε στή Βενετία. Ἡ γενικῶς ἀποδεκτή ἄποψη τῆς ἱστορίας αὐτῆς ἀπό τούς Βενετούς ἀπεικονίσθηκε σέ ψηφιδωτά μέσα στή βασιλική τοῦ Ἁγίου Μάρκου. Ἐκεῖ ἱστορεῖται τό ἐπιχείρημα δύο Βενετῶν ἐμπόρων οἱ ὁποῖοι, μέ τήν βοήθεια δύο Ἑλλήνων μοναχῶν, ἀφαίρεσαν τό ἱερό λείψανο ἀπό τό προσκύνημά του στήν Ἀλεξάνδρεια, δωροδοκώντας τήν φρουρά καί ἀντικαθιστώντας τό ἱερό λείψανο μέ τό σκήνωμα ἑνός ἀγνώστου Ἁγίου. Ὅταν ἀνέβασαν τό ἱερό λείψανο πάνω στό πλοῖο, φρόντισαν νά τό προστατεύσουν ἀπό τά ἐρευνητικά βλέμματα τῶν Ἀράβων λιμενικῶν, ἀλλά καί ἀπό τήν εὐωδία ἁγιότητος πού ἀνέδυε, κρύβοντάς το κάτω ἀπό τεμαχισμένα χοιρινά κρέατα. Οἱ Ἄραβες, ὡς εὐλαβεῖς Μουσουλμάνοι, ἔνιωσαν φρίκη στή θέα καί τή δυσωδία τῶν χοίρων. Ἔτσι τό πλοῖο μέ τόν πολύτιμο θησαυρό ἀναχώρησε ἄμεσα. Στό ἐκπληκτικά ταχύ ταξίδι ἐπιστροφῆς στή Βενετία, τό πλοῖο παραλίγο νά συντριβεῖ ὁλοσχερῶς. Ὅμως ὁ Ἅγιος ἦταν ἐκεῖ, γιά νά ξυπνήσει τόν κυβερνήτη καί νά ἀποφευχθεῖ ἡ συμφορά.
Τό γεγονός αὐτό εἶναι σίγουρα ἐμπλουτισμένο μέ πλασματικές λεπτομέρειες. Ὅμως, ἡ κλοπή ἦταν ἀδιαμφισβήτητη. Τά ἐλατήρια τῆς κλοπῆς ἦταν τόσο πολιτικά ὅσο καί θρησκευτικά. Στήν ἀρχή τό ἱερό λείψανο τοποθετήθηκε καί φυλάχθηκε σέ μία κρυφή αἴθουσα δίπλα στό παλάτι τοῦ δόγη. Στή διαθήκη του, ὁ δόγης Ἰουστινιανός ὅρισε, ἡ σύζυγός του νά οἰκοδομήσει ναό πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἀνάμεσα στό παλάτι καί τό παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου. Ἡ ἀνέγερση τοῦ κτίσματος ἄρχισε τό ἔτος 832 μ.Χ. καί τελείωσε μετά ἀπό 34 ἔτη.
Στό κατά Μᾶρκον Εὐαγγέλιο βρίσκουμε μόνο μερικά χαρακτηριστικά ἐπεισόδια ἀπό τό βίο καί τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, σταχυολογημένα ἀπό τήν πλούσια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἀποσπασματικές αὐτές πληροφορίες ἔχουν ἕνα βαθύτερο θεολογικό σύνδεσμο μεταξύ τους καί ἀποσκοποῦν στό νά δείξουν ὅτι στό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πραγματοποιήθηκαν οἱ ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας. Οἱ θαυματουργικές πράξεις τοῦ Κυρίου στό Εὐαγγέλιο τοῦ Μάρκου μαρτυροῦν γιά τή μεσσιανική ἐξουσία τοῦ Κυρίου, μέ τήν ὁποία ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ κατανικᾶ τίς δαιμονικές δυνάμεις καί ἐλευθερώνει τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν κυριαρχία τους. Τά πραχθέντα ἀποκορυφώνονται στόν Σταυρό τοῦ Ἰησοῦ, ὅπου θριαμβεύει μέ τήν Ἀνάσταση ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἔναντι τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων. Γιά τό γεγονός τοῦ Σταυροῦ προετοιμάζει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής τόν ἀναγνώστη ἤδη ἀπό τίς ἀρχές τοῦ Εὐαγγελίου του. Ἡ θεολογική σκέψη τοῦ Ἀποστόλου Μάρκου κινεῖται μεταξύ τωρινῶν παθημάτων τῶν πιστῶν καί μέλλουσας δόξας μέ ἀποκορύφωμα τή μέλλουσα δόξα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Τοῦ Πέτρου συνέκδημος, καί κοινωνός ἱερός, τοῦ Λόγου διάκονος, καί ὑποφήτης σοφός, ἐδείχθης Ἀπόστολε· ὅθεν τό τοῦ Σωτῆρος, Εὐαγγέλιον θεῖον, Μᾶρκε διαχαράττεις, ὡς οὐράνιος μύστης· διό Εὐαγγελιστά σε, πόθῳ γεραίρομεν.

Κοντάκιον. Ἦχος β. Τά ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τήν χάριν τήν τοῦ Πνεύματος, ῥητόρωνά, διέλυσας Ἀπόστολε, καί τά ἔθνη ἅπαντα, σαγηνεύσας, Μᾶρκε παναοίδιμε, τῷ σῷ Δεσπότῃ προσήγαγες, τό θεῖον κηρύξας Εὐαγγέλιον.

Μεγαλυνάριον.
Πέτρῳ τῷ θεόπτῃ μαθητευθείς, τῶν ὑπερκοσμίων, ἐχρημάτισας μυητής· ὅθεν τοῦ Σωτῆρος, ἡμῖν εὐηγγελίσω, ὦ Μᾶρκε θεηγόρε, τήν συγκατάβασιν.