Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ἀρσινόης Κύπρου (29 Αυγούστου)

(τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου)

15 Ἅγιος Ἀρκάδιος γεννήθηκε στό μικρό χωριό Μελάνδρα τῆς Πάφου. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Μιχαήλ καί Ἄννα καί ἦσαν ἄνθρωποι εὐκατάστατοι στά ὑλικά ἀγαθά. Πιό εὐκατάστατοι ὅμως ἦσαν στήν ἀρετή καί τήν εὐσέβεια καί τήν πίστη. Ὁ φωτεινός Ἥλιος, ὁ Χριστός, φώτιζε κι ἐθέρμαινε τήν καρδιά τους. Ἡ ἀμοιβαία ἀγάπη καί ἡ ὁμοφροσύνη ἦταν τό γνώρισμά τους. Καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ὁδηγός καί σκοπός τῆς ζωῆς τους. Δύο παιδιά τούς χάρισε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Δύο χαριτωμένα ἀγόρια. Καί σέ αὐτά στράφηκε ὅλο τό ἐνδιαφέρον τους. Πόθος καί φροντίδα τους νά τ’ ἀναθρέψουν «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσία Κυρίου».
Ἡ Ἁγία Γραφή ἦταν τό καθημερινό ἐντρύφημα ὅλης τῆς οἰκογενείας. Καί ἡ προσευχή ἰδιαίτερα κατά τό βράδυ, ἡ χαρά καί ἡ ψυχαγωγία καί ἡ ἀνάπαυσή της.
Μέσα σέ τέτοια ἀτμόσφαιρα μεγάλωσαν τά δύο παιδιά. Ἀτμόσφαιρα βαθιάς εἰρήνης καί ἀγάπης ἀληθινῆς. Μέ τέτοιες ἅγιες ρίζες, λοιπόν, ζηλευτό φυσικά καί ἅγιο ἔμελλε νά εἶναι καί τό ἀποτέλεσμα. Γιατί, ὅπως πολύ καθαρά τονίζει καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις, ἐπ’ εὐλογίαις καί θερίσει» (Β’ Κορ. θ’ 6). Ἐκεῖνος δηλαδή πού σπέρνει ἁπλόχερα, ὁπωσδήποτε ἁπλόχερα θά ἔχει καί νά θερίσει. Πολλούς καρπούς νά θερίσει.
Ἁπλόχερα σπέρνουν οἱ ἁπλοϊκοί καί ἐνάρετοι γονεῖς στίς καρδιές τῶν παιδιῶν τους, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἁπλόχερα μέ τά λόγια τους. Πλούσια καί μέ τό παράδειγμα τῆς ἁγίας κι ἐνάρετης ζωῆς τους. Ἀνάλογοι καί οἱ καρποί τῶν κόπων τους. Τά δύο παιδιά καθοδηγημένα ἀπό τῆς βρεφικῆς ἡλικίας στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ μεγαλώνουν καί μοσχοβολοῦν κι εὐωδιάζουν.

Χαριτωμένα παιδιά στήν ἀρχή. Φλογεροί καί φιλόθεοι νέοι κατόπιν. Φωτεινά μετέωρα στόν πνευματικό οὐρανό ἀργότερα. Καί μετά τήν ἀναχώρησή τους ἀπό τοῦτο τόν κόσμο δύο μακαριστοί ἅγιοι. Πρεσβευτές μέ τίς δεήσεις τους μπροστά στόν θρόνο τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ γιά τή σωτηρία τῆς πατρίδας μας. Πολύ ὀρθά λέγεται: «Ἀγαθῆς ρίζης ἀγαθά καί τά βλαστήματα».
Ἀπό ἀγαθούς γονεῖς, ὅπως οἱ γονεῖς πού ἀναφέραμε, ἀγαθά θά εἶναι καί τά γεννήματα. Ἔσπειραν αὐτοί χωρίς καμιά ἀμέλεια στίς καρδιές τῶν παιδιῶν τους ἀγαθά σπέρματα. Λόγια καλοσύνης καί ἀγάπης. Λόγια ἀρετῆς. Λόγια Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ἡ ἀμοιβή τους δέν μποροῦσε νά εἶναι διαφορετική, παρά ἀμοιβή ἀνάλογη, πλούσια, γενναιόδωρη καί ζηλευτή.
Καί αὐτό γίνεται πάντα. Νά λοιπόν τό χρέος ὅλων τῶν χριστιανῶν γονιῶν ἀπέναντι στά παιδιά τους. Καί τό χρέος αὐτό γίνεται ἀκόμη μεγαλύτερο στήν ἐποχή μας, πού ἡ διαφθορά καί ἡ ἁμαρτία κι ἡ ξετσίπωτη ζωή ἀπειλοῦν σάν ὁρμητικό ποτάμι νά παρασύρουν τά πάντα στόν ὠκεανό τῆς καταστροφῆς. Πάντοτε, μά πολύ περισσότερο σήμερα, τό παράδειγμα τῶν εὐσεβῶν γονιῶν Μιχαήλ καί Ἄννας ἐπιβάλλεται νά εἶναι ἀξιομίμητο. Γιατί ὅπως πολύ σοφά καί ὁ Μ. Βασίλειος, τῆς Καισαρείας ὁ θεῖος Ἱεράρχης, διακηρύττει, «ἡ ἀρετή μόνη κτημάτων ἀναφαίρετον, καί ζῶντι καί τελευτήσαντι παραμένουσα». Μά καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, τῆς Ἀντιόχειας ὁ μελίρρυτος ποταμός, βεβαιώνει: «Ἡ ἀρετή πράγμα ἀθάνατον καί ὑπέρ ἥλιον λάμπον». Νά γιατί εἶναι ἀνάγκη ἐμεῖς οἱ γονεῖς νά φροντίζουμε ἀπό τῆς παιδικῆς ἡλικίας νά καθοδηγοῦμε τά παιδιά μας στήν ἀρετή καί νά φιλοδοξοῦμε νά τά δοῦμε κάποια μέρα τίμιους πολίτες καί ἄξια τέκνα στήν Ἐκκλησία.
Καλούς χριστιανούς καί ἐργάτες ἀνεπαίσχυντους στόν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου ποθοῦσαν νά ἰδοῦν τά παιδιά τους οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς, ὁ Μιχαήλ καί ἡ Ἄννα, τοῦ πτωχοῦ χωριοῦ τῆς Μελάνδρας οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι. Καί τό πέτυχαν.
Ὁ Ἀρκάδιος ἀπό παιδί διψοῦσε γιά τά γράμματα. Ἐν ἀντιθέσει πρός τόν Θεοσέβιο πού ἀγαποῦσε τήν ἁπλή κι ἀγροτική ζωή, γι’ αὐτό ἔγινε καί βοσκός προβάτων. Ὁ Ἀρκάδιος εἶχε μεγάλη ἔφεση γιά ἀνώτερη μόρφωση. Καί οἱ καλοί γονεῖς, πού ἔβλεπαν τόν πόθο αὐτόν τοῦ παιδιοῦ τους, ἔσπευσαν, μετά τά πρῶτα γράμματα πού ἔμαθε ὁ νέος στό χωριό του, νά τόν στείλουν γιά εὐρύτερες σπουδές στήν πρωτεύουσα τῆς μεγάλης μας Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, τήν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ὁ φιλομαθής νέος βρῆκε ὅ,τι ποθοῦσε. Κέντρο σπουδαιότατο γραμμάτων καί μορφώσεως ἀποτελοῦσε τότε ἡ περιώνυμος πόλη. Στίς ἐκεῖ σχολές ὁ Ἀρκάδιος φοίτησε μέ ζῆλο καί ἀπέκτησε ποικίλη καί πολυμερή μόρφωση. Πόσο καιρό ἔμεινε ἐκεῖ δέν γνωρίζουμε. Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος δέν μᾶς ἀναφέρει. Αὐτό πού μᾶς λέγει εἶναι πώς νωρίς ὁ ζηλωτής νέος ἐπέστρεψε στήν Κύπρο, γιά νά συνεχίσει ἐδῶ τόν ἀγώνα του.
Τά λόγια τοῦ ψαλμωδοῦ ἦταν πάντα στό μυαλό καί στό στόμα του. «Ὃν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπί τᾶς πηγᾶς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρός Σέ, ὁ Θεός. Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρός τόν Θεόν τόν ἰσχυρόν τόν ζῶντα πότε ἤξω καί ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;» (Ψαλμ. μα’, 1 – 2). Διψοῦσε ὁ νέος τήν συντροφιά μέ τόν Θεό. Διψοῦσε τήν ψυχική του ἀνάταση. Λαχταροῦσε τήν ἠθική του τελείωση. Γιά τοῦτο τόν λόγο καί γιά νά εἶναι ἀπερίσπαστος στήν προσπάθειά του νά πραγματώσει τόν πόθο του, ὁ φιλόθεος ἐγκαταλείπει τό χωριό του καί μεταβαίνει στήν ἐξοχή. Σέ μία σπηλιά μακριά ἀπό τήν κίνηση καί τόν κόσμο στήνει τό ἀσκητήριό του. Καί ἐκεῖ ἐνδιατρίβει μέ προσοχή στή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Μέ τή νηστεία καταστέλλει τίς ὁρμές. Καί μέ τήν προσευχή τήν ἀδιάλειπτη καί μέ πίστη κατορθώνει κάθε μέρα ἕνα – ἕνα νά ἀνεβαίνει τῆς κλίμακας τῶν ἀρετῶν τά σκαλοπάτια καί νά γίνεται πρότυπο σωφροσύνης καί ἁγιότητας καί καλοσύνης καί ἀνώτερης γενικά ζωῆς.
Παρά τήν προσπάθειά του ὅμως νά ζεῖ μακριά ἀπ’ τόν κόσμο, τό φῶς πού ἐκπέμπει ἡ ἀρετή του γίνεται πανταχοῦ φανερό. Τό εἶπε ὁ Κύριος. «Οὗ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη». Δέν μπορεῖ νά κρυβεῖ ἡ πόλη πού εἶναι κτισμένη στήν κορφή τοῦ βουνοῦ. (Ματθ. ε’ 14). Καί τοῦ πιστοῦ καί φλογεροῦ νέου ὁ θερμουργός ζῆλος δέν μπορεῖ νά ἀποκρυβεῖ. Στήν ἐρημιά τόν ἐπισκέπτονται καθημερινά διψασμένες καί πονεμένες ψυχές καί ζητοῦν κοντά του νά ξεδιψάσουν καί νά μάθουν τήν ἀλήθεια καί νά παρηγορηθοῦν. Καί ὁ ζηλωτής ἀσκητής τούς δέχεται μέ καλοσύνη καί μέ τά λόγια καί τό παράδειγμά του τούς διδάσκει καί τούς ἐνισχύει καί τούς κατευθύνει στοῦ Θεοῦ τόν δρόμο. Ἔτσι γίνεται διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας καί πρόμαχος ἀκαταγώνιστος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί ἀληθείας.
Ὅσο ὁ ἴδιος προσπαθεῖ ἀθόρυβα καί κρυφά νά ἐργάζεται τήν ἀρετή, τόσο πιό πολύ ὁ Πανάγαθος Θεός τοῦ φανερώνει τά ἔργα καί τήν χάρη μέ τήν ὁποία τόν ἔχει χαριτώσει.
Αὐτός πού ἔδωκε στούς Ἀποστόλους τήν ἐξουσία κατά πνευμάτων ἀκαθάρτων καί τή δύναμη νά θεραπεύουν «πᾶσαν νόσον καί μαλακίαν εἰς τόν λαόν». Αὐτός ὁ ἴδιος καί τόν δοῦλό Του Ἀρκάδιο κατεκόσμησε μέ παρόμοια ἐξουσία καί θεραπευτική δύναμη καί ἱκανότητα.
Περνᾶ ὅμως ὁ καιρός. Καί ὁ λύχνος πρέπει νά τεθεῖ ἐπί τήν λυχνίαν, γιά νά σκορπίσει παντοῦ τό ἱλαρό φῶς του. Καί ἡ εὐκαιρία παρουσιάστηκε.
Ὅταν ὁ Νίκων ὁ Μέγας, τῆς Ἀρσινόης ὁ τρίτος κατά σειρά ἐπίσκοπος, ἀφοῦ ἐπί ἔτη πολλά ἐποίμανε τό ποίμνιό του μέ ὁσιότητα καί δικαιοσύνη, ἀπέθανε. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Πάφου μέχρι τῆς ἐξωτερικῆς» ὑποταγῆς τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας στούς Λατίνους (1220) ἀπετελεῖτο ἀπό δύο ἐνορίες, δυό Ἐπισκοπές. Ἡ μία τῆς Πάφου μέ ἕδρα τή Νέα Πάφο καί ἡ ἄλλη τῆς Ἀρσινόης μέ ἕδρα τήν Ἀρσινόη, σήμερα Πόλη τῆς Χρυσοχοῦς. Τότε κλῆρος καί λαός στράφηκε πρός τόν Ἀρκάδιο καί αὐτόν κάλεσε νά ἀναλάβει τό πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀρσινόης. Καί ὁ φιλέρημος ἀσκητής, παρά τήν ἀγάπη του στή μονήρη ζωή, μπροστά στήν ὁμόφωνο κλήση τοῦ λαοῦ, πού τήν θεωρεῖ καί κλήση Θεοῦ, ἀναγκάζεται νά ἀφήσει τή θεόγνωστο ἡσυχία καί νά ἀποδεχθεῖ νά χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος. Ὁ λύχνος τοποθετήθηκε στόν λυχνοστάτη. Μέ ἔργα καί λόγια ὁ καλλιεργημένος πιά πνευματικά ἄνθρωπος συνεχίζει μέ νέο ζῆλο θερμουργό τό ἱερό ἔργο του. Καί ἐπιτυγχάνει.
Ἀπόλυτα ἐπιτυγχάνει. Μέ ποιό τρόπο;
Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Σέ αὐτόν ἐμπιστεύτηκε ὁλοκληρωτικά τόσο τόν ἑαυτό του, ὅσο καί τό ἀγαπημένο ποίμνιό του. Καί νά. Στό πρόσωπό του βρίσκουν ὅλοι τόν ἄνθρωπό τους. Οἱ ἀδικημένοι τόν ὑπερασπιστή. Τά ὀρφανά τόν πατέρα. Οἱ ἄρρωστοι τόν ἰατρό. Οἱ πονεμένοι τόν παρηγορητή. Οἱ κλονιζόμενοι τόν διδάσκαλο. Καί οἱ πάσχοντες τόν ἀκούραστο ἀδελφό καί συμπαραστάτη.
Μέ πολλή ταπείνωση κι ἀγάπη προσφέρει σέ ὅλους τίς ὑπηρεσίες του. Μαζί μέ τόν Θεῖο Παῦλο μπορεῖ καί αὐτός νά λέγει: «Τίς ἀσθενεῖ καί οὐκ ἀσθενῶ; Τίς σκανδαλίζεται καί οὐκ ἐγώ πυροῦμαι;».
Μέριμνα καί φροντίδα του μόνο μία. Ἡ εὐτυχία καί ἡ σωτηρία τοῦ λαοῦ του. «Τοίς πάσι γίνεται τά πάντα» (Α’ Κορ. θ’ 22), γιά νά βοηθήσει καί νά σώσει ὅσους μπορέσει. Μέ τοῦτον τόν τρόπο λάμπρυνε τήν ἱερή στολή του, τόσο ὡς ἱερουργός τῶν θείων μυστηρίων, ὅσο καί ὡς φλογερός κήρυκας τῶν λόγων τοῦ Κυρίου. Στόν νοῦ του πάντοτε ἔχει ζωηρά τή σύσταση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. «Τήν καλήν παρακαταθήκην φύλαξον». (Α’ Τιμοθ. στ’ 20).
Στόν κατάλογο τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ἀρσινόης προτάσσεται τό ὄνομα τοῦ Ἀρσινόης Νικολάου, ἀκολουθεῖ τό ὄνομα τοῦ Ἀρίστωνος καί τρίτο τοῦ Νίκωνος. Αὐτόν διαδέχθηκε ὁ Ἀρκάδιος. Τούς τελευταίους τρεῖς Ἐπισκόπους ὁ Ἄγιος Νεόφυτος θεωρεῖ ἰσάξιους πρός τούς τρεῖς Μεγάλους Ἱεράρχες, Βασίλειο, Γρηγόριο καί Χρυσόστομο καί πρός «ἅπαντα τῶν θείων ἀρχιερέων τόν κάλλιστον ὁρμαθόν (Μειζοτέρα 118) καί τούς πλέκει τό παρακάτω ὑπέροχο ἐγκώμιο.
Ἀρκάδιος ὁ θαυμάσιος, καί ὁ τῆς νίκης ἐπώνυμος Νίκων ὁ μέγας καί Ἀρίστων ὁ περιβόητος κατά δαιμόνων ἄριστος ἀριστεύς, ἡ τρίφθογγος λύρα τοῦ Πνεύματος, ἡ τρίδομος βάσις τῆς Ἐκκλησίας, ἡ τρισσέσοπτρος τῶν ἀγαθῶν ἐπιφάνεια, ἡ τρίσειρος τῶν δογμάτων πλοκή, ἡ τῆς Τριάδος τριπαράστατος παραστάς, ἡ τρίφθογγος περί τῆς Τριάδος φθογγῆ, ἡ τρίφωτος τῆς τρισηλίου μονάδος θεραπαινίς, ἡ τρισαυγέστατος δαδουχία τῶν ἐν σκότει κειμένων, ἡ τρισόλβιος τῆς τρικατοίκου κτίσεως διδαχή, ἡ τρίστυλος τῆς Ἐκκλησίας κρηπίς, ἡ τρισαυγής τῆς ἀχώριστου Τριάδος πανσεβάσμιος οἴκησις. (Μειζοτέρα 118).
Καί τήν φύλαξε μέ ὅλην τῆς ψυχῆς του τήν δύναμη. Γι’ αὐτό καί «ὁ ἐρευνῶν νεφρούς καί καρδίας» (Ἀποκ. β’ 23) πλούσια ἀντάμειψε τόν ἄξιο ἐργάτη ἀπό τούτη τήν ζωή. Πολλά θαύματα καί θεραπεῖες ἐπενεργοῦσε, ὅσο καιρό ζοῦσε. Μά καί ὅταν σέ βαθιά γηρατειά ἀναχώρησε γιά τήν ἀληθινή Πατρίδα του καί Πατρίδα μας, κοντά στόν Δεσπότη Χριστό πού ἀγάπησε, δέν ἔπαυσε καί ἀπό ἐκεῖ νά προσφέρει ἄφθονες τίς εὐεργεσίες του σέ ὅσους ἐκζητοῦν τήν μεσιτεία του. Ὁ Ἅγιος ἐκδιώκει δαιμόνια καί θεραπεύει διάφορες ἀρρώστιες, ὅπως μᾶς λέει ὁ βιογράφος του Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος. Ἀλλά καί τιμωρεῖ τούς ἐργαζομένους τήν ἀδικία.
«Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος». Τά λόγια αὐτά τοῦ ψαλμωδοῦ βρίσκουν πλήρη τήν ἐπαλήθευσή τους σέ κάθε Ἅγιο, καθώς καί στή ζωή τοῦ Ἁγίου Ἀρκαδίου. Καί ὁ λόγος ἁπλός. «Ζῶντες ἐν Χριστῷ οἱ ἅγιοι, ὅπως λέγει κι ἕνας μεγάλος θεολόγος τοῦ αἰῶνος μας, κάνουν τά ἔργα τοῦ Χριστοῦ, διότι δι’ Αὐτοῦ γίνονται ὄχι μόνο δυνατοί ἀλλά καί παντοδύναμοι».
Παντοδύναμοι μποροῦμε νά γίνουμε καί ἐμεῖς, ἂν μιμούμενοι τόν Ἅγιό μας φροντίσουμε καί ἀγωνισθοῦμε νά τόν ἀκολουθήσουμε στόν δρόμο τῆς ἀρετῆς, τήν ἁγιότητα. Ἄλλωστε αὐτή εἶναι καί ἡ κλήση μας ὡς χριστιανῶν στόν κόσμο αὐτό. Τοῦτο φανερώνει μέ σαφήνεια καί ἡ ἐντολή τοῦ θείου Εὐαγγελίου: «Κατά τόν καλέσαντα ὑμᾶς Ἅγιον καί αὐτοί ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφή γεννήθητε». (Α’ Πέτρ. α’ 15).
Δηλαδή σύμφωνα μέ τό παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ πού σᾶς κάλεσε στόν δρόμο τοῦ ἁγιασμοῦ, φροντίστε καί σεῖς σέ ὅλη σας τήν ἐσωτερική καί ἐξωτερική συμπεριφορά νά γίνετε ἅγιοι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx