Ἅγιος Ἰουλιανός καταγόταν ἀπό τήν Αἴγυπτο καί διέμενε στήν Ἀντινοούπολη κατά τούς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καί Μαρκιανοῦ, ἡγεμόνα τῆς Ἀντινοουπόλεως τῆς Αἰγύπτου. Νυμφεύθηκε τήν Ἁγία Βασίλισσα ἀλλά στήν συνέχεια ἔγιναν καί οἱ δύο Μοναχοί. Ὁ Ἅγιος ἔγινε Ἡγούμενος στή Μονή πού μόναζε καί εἶχε ὑπό τήν Πνευματική του φροντίδα δύο χιλιάδες Μοναχούς, πού αὐξήθηκαν λόγω τοῦ διωγμοῦ κατά τῶν Χριστιανῶν καί τῆς παραμονῆς στή Μονή πολλῶν Ἐπισκόπων καί Μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι κατέφυγαν ἐκεῖ γιά νά σωθοῦν. Ὁ Μαρκιανός, ὅταν ἔμαθε γι’ αὐτό, ἔκαψε τήν Μονή καί συνέλαβε τόν Ἅγιο Ἰουλιανό, τόν ὁποῖο ὑπέβαλλε σέ φοβερά βασανιστήρια. Τόν ξάπλωσαν στό ἔδαφος καί τόν κτυποῦσαν ἀλύπητα. Ἔπειτα τόν περιτύλιξαν μέ σιδερένια δεσμά καί τοῦ συνέτριψαν τά ὀστά.
Κατά τό μαρτύριό του, πολλά θαύματα συνέβησαν καί πολλοί πίστεψαν στον Χριστό και μαρτύρησαν γι’ Αυτόν. Ένας ὑπηρέτης πού εἶχε χάσει τό ἕνα του μάτι, πίστεψε στόν Χριστό όταν θεραπεύτηκε ἀπό τόν Μάρτυρα καί τόν ἀποκεφάλισαν. Στόν Χριστό ἐπίσης πίστεψαν, ὁ υἱός τοῦ ἡγεμόνα, Κέλσιος μαζί μέ εἴκοσι δεσμοφύλακες, ἐπειδή εἶδαν ἕναν νεκρό πού ἀναστήθηκε μέ τίς προσευχές τοῦ Ἁγίου.
Μετά απ’ αυτά, ἔριξαν τόν Ἅγιο Ἰουλιανό μέσα σέ πυρακτωμένο λέβητα καί μαζί του, ἔριξαν μέσα στόν λέβητα τόν ἱερέα Ἀντώνιο, τόν Ἀναστάσιο (τόν ἄνθρωπο πού εἶχε ἀναστηθεῖ μέ τίς προσευχές τοῦ Ἰουλιανοῦ) καθώς καί τά ἑπτά παιδιά τοῦ ἄρχοντα, διότι εἶχαν πιστέψει στόν Χριστό. Όμως, μέ τή χάρη τοῦ Κυρίου, ὅλοι τους βγῆκαν ἀπό τό λέβητα χωρίς νά ἔχουν πάθει τό παραμικρό με αποτέλεσμα, πολλοί να πιστέψουν στόν Χριστό, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ μητέρα τοῦ Κελσίου.
Ὅταν μετά ἀπ’ ὅλ’ αὐτά, ὁδήγησαν τούς Ἁγίους ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνα, μέ τή δύναμη τῆς προσευχής τους, τά εἴδωλα πού ἦταν μέσα στό ναό ἔγιναν κομμάτια καί ὁ ναός κατακλύσθηκε ἀπό τά νερά. Δόθηκε τότε εντολή, νά βάλουν τούς Ἁγίους ἐπάνω σέ δεμάτια παπύρων, μέ δεμένα τά ἄκρα τῶν χεριῶν καί τῶν ποδιῶν τους. Τά δεμάτια αὐτά εἶχαν καταβρέξει μέ λάδι καί τούς ἔβαλαν φωτιά. Μά καί πάλι ἡ φωτιά δέν προξένησε στούς Ἁγίους καμία ζημιά.
Τότε οἱ δήμιοι, κρέμασαν τή μητέρα τοῦ Κελσίου, τοῦ δέ Ἀντωνίου τοῦ ἔβγαλαν τά μάτια μέ σιδερένια νύχια καί ἔγδαραν τίς τίμιες κεφαλές τοῦ Ἰουλιανοῦ καί τοῦ Κελσίου καί ὅλους μαζί τούς παρέδωσαν σέ ἄγρια θηρία. Ὅμως, οἱ μακάριοι μάρτυρες καί ἐδῶ διαφυλάχθηκαν ἀπό τόν Κύριο σῶοι καί ἀβλαβεῖς, ὥστε τελικά, οἱ δήμιοι ἀπέκοψαν τίς τίμιες κεφαλές τους.
Ἡ σύναξή τους τελεῖται στό Μαρτύριό τους, πού ἦταν πλησίον τοῦ Φόρου. Ἡ μνήμη τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρα Ἰουλιανοῦ ἑορτάζεται στίς 5 Ἰουλίου.