Ὅσιος Παναγῆς ὁ Μπασιᾶς (7 Ιουνίου)

15 Ὅσιος Παναγῆς ὁ Μπασιᾶς ἐγεννήθηκε στό Ληξούρι τῆς Κεφαλληνίας, τό 1801, καί ἦταν υἱός εὐσεβῶν καί ἐπιφανῶν γονέων, τοῦ Μιχαήλ Τυπάλδου – Μπασιᾶ καί τῆς Ρεγγίνας Δελλαπόρτα. Ἔμαθε ἰταλικά, γαλλικά, λατινικά καί καταρτίσθηκε στή φιλοσοφία καί τή θεολογία. Μικρός ἀκόμα χειροθετεῖται ἀναγνώστης καί στήν ἀρχή τῆς σταδιοδρομίας του διορίζεται γραμματοδιδάσκαλος καί ἐξασκεῖ τό λειτούργημα τοῦ διδασκάλου, ἀλλά ἐμπνεόμενος ἀπό τά ριζοσπαστικά κηρύγματα τοῦ Κοσμᾶ Φλαμιάτου καί Εὐσεβίου Πανᾶ, ἐκκλησιαστικῶν ἀναστημάτων τῆς ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι ὑπεράσπιζαν ὅτι οἱ Ἄγγλοι (κυρίαρχοι τῆς Ἑπτανήσου) προστάτες, οὐσιαστικά τύραννοι, ἐπιβουλεύονται τό ὀρθόδοξο φρόνημα τῶν κατοίκων, ἀφήνει τό δημόσιο σχολεῖο καί παραδίδει μαθήματα κατ’ οἶκον συνεχίζοντας τήν ἀποστολή του.

Σέ ἡλικία 20 ἐτῶν, μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἔχοντας ἔμφυτη κλίση καί ἐπηρεαζόμενος ἀπό τήν προσωπικότητα τοῦ πολιούχου μεγάλου ἀσκητοῦ Ἁγίου Γερασίμου καί τοῦ γείτονός του, ἐπίσης μεγάλου ἀσκητοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου, ἐγκαταλείπει τά πάντα καί φθάνει στό «Ξηροσκόπελο», μικρό νησάκι στήν κάτω Λειβαθώ Βλαχερνῶν καί τόπο ἐξορίας κληρικῶν ἀπό τούς Ἄγγλους. Ἐξόριστος τίς ἡμέρες ἐκεῖνες ἦταν καί ὁ περίφημος Ζακύνθιος κληρικός Νικόλαος Καντούνης. Δέν ἔμεινε ὅμως πολύ διάστημα καμφθείς ἀπό τίς ἱκεσίες τῆς χήρας μητέρας του καί τῆς ἀπροστάτευτης ἀδελφῆς του. Ἐπιστρέφει λοιπόν μοναχός στόν κόσμο, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ ζωή του ἀποδεικνύεται συνεχής ἀσκητικός ἀγώνας καί συνεπής ἐπαγρύπνηση τῶν μοναχικῶν ἰδεῶν καί ἀποφάσεών του. Τό 1836 χειροτονεῖται διάκονος καί πρεσβύτερος ὑπό τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κεφαλληνίας Παρθενίου Μακρῆ. Δέν ἐπεζήτησε ἐφημεριακή θέση. Συνήθως ἐλειτουργοῦσε στό ἐξωκκλήσι τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος στόν Πλατύ Γιαλό, ὅπου συνέρρεε πλῆθος πιστῶν, γιά νά λειτουργηθεῖ καί νά ἀκούσει τά θερμά κηρύγματά του. Ὑπῆρξε ἡ προσωποποίηση τῆς ἐλεημοσύνης καί θερμός συμπαραστάτης τῶν ἀδυνάτων. Ἔλαβε ἀπό τόν Θεό τό χάρισμα τῆς προφητείας καί «προΰλεγε τά μέλλοντα συμβαίνειν εἰς πρόσωπα, οἰκογενείας καί γενικώτερον τῆς κοινωνίας», ὅπως γράφεται στήν εἰσήγηση τῆς ἁγιοποιήσεώς του.
Στίς 21 Μαΐου 1864, γεύεται τή χαρά τῆς Ἑνώσεως τῆς Ἑπτανήσου μέ τή Μητέρα Ἑλλάδα, γιά τήν ὁποία ἐργάσθηκε μέ τόν ἰδικό του ἀντιστασιακό τρόπο πλησίον τῶν ἡρώων ριζοσπαστῶν, διατηρώντας καί καλλιεργώντας τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, σέ τόσο δύσκολες πολιτικές καί κοινωνικές περιόδους.
Τό 1867, μέ τούς φοβερούς σεισμούς τῆς Παλλικῆς, γκρεμίζεται ἡ οἰκία του καί ἀπό τότε φιλοξενεῖται στήν οἰκία τοῦ ἐξαδέλφου του Ἰωάννου Γερουλάνου, πατέρα τοῦ σπουδαίου χειρουργοῦ Μαρίνου Γερουλάνου. Λόγῳ τῆς διαδοθείσης φήμης ἀπό τά πολλά θαύματα, ἀποφεύγοντας τό φοβερό ὕφαλο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τόν ἐπάρατο ἐγωισμό, καταφεύγει στή γνωστή μέθοδο μεγάλων Ἀσκητῶν νά προσποιεῖται τόν τρελό, καί ἔτσι συγκαταριθμεῖται στή χορεία τῶν Διά Χριστόν σαλῶν Ἁγίων. Γιά πέντε ἔτη ταλαιπωρεῖται κλινήρης. Καί ἀσθενής συνεχίζει νά εὐλογεῖ, νά εἰρηνεύει, νά καθοδηγεῖ, νά συμβουλεύει τούς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι νυχθημερόν τόν ἐπισκέπτονται. Ἐκεῖ δέχεται τήν ἐπίσκεψη τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου Γερμανοῦ Καλλιγᾶ, στόν ὁποῖο προλέγει τήν ἀνάρρησή του στόν Ἀρχιεπισκοπικό Θρόνο τῶν Ἀθηνῶν.
Ὁ Ὅσιος Παναγῆς ἐκοιμήθηκε τό 1888, καί στήν πάνδημη μετά τριήμερο κηδεία του ἐξεφώνησε περίφημο ἐπικήδειο ὁ Μητροπολίτης Κεφαλληνίας Γερμανός Καλλιγᾶς. Ἡ ἁγιοποίηση τοῦ Ὁσίου ἔγινε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο διά Πατριαρχικῆς καί Συνοδικῆς Ἀποφάσεως τήν 4η Φεβρουαρίου 1986. Τά ἱερά λείψανά του φυλάσσονται ἐντός ἀργυρῆς θήκης στόν ἱερό ναό Ἁγίου Σπυρίδωνος Ληξουρίου, ὅπου καί ὁ τάφος του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ληξουρίου τόν γόνον, Ἱερέων τό καύχημα, τῆς Κεφαλληνίας φωστῆρα νεοφανῶς ἀνατείλαντα, ὑψήσωμεν ἐν ὕμνοις Παναγήν, τόν μύστην τῆς Τριάδος τῆς σεπτῆς, ἐμφανῶς κεκοσμημένον προφητικῶ τοῦ Πνεύματος χαρίσματι, διό τόν δοξάσαντα αὐτόν λαμπρῶς ἀντιδοξάσωμεν, ἶνα εὔρωμεν χάριν καί πταισμάτων τήν συγχώρησιν.