Προφήτης Ἱερεμίας (1 Μαΐου)

15 Προφήτης Ἱερεμίας γεννήθηκε πιθανῶς κατά τό 650 π.Χ., στήν μικρή πόλη τῆς φυλῆς Βενιαμίν Ἀναθώθ, βορειοανατολικά τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας καί ὀνομαζόταν Χελκίας. Ἀνατράφηκε στήν ἱερατική αὐτή οἰκογένεια μέ αὐστηρότητα. Μελετοῦσε τούς πρό αὐτοῦ Προφῆτες Ἡσαΐα καί Ὠσηέ. Νεότατος στήν ἡλικία, περίπου 23 – 25 ἐτῶν, περί τό 627 – 625 π.Χ., καλεῖται ἀπό τόν Θεό στό προφητικό ἀξίωμα. Ἀνταποκρίνεται στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί ἔτσι τό ὄνομά του (Ἱερεμίας), πού σημαίνει ὁ Θεός ἀνυψώνει ἢ καθιστᾶ, ἐκφράζει καί τήν ἀποστολή του.
Κατάπληκτος ἀπό τήν τιμή αὐτή ὁ Ἱερεμίας, ἀρνεῖται τήν ὑψηλή τιμητική κλήση, προβάλλοντας τίς ἀσθενεῖς νεανικές του δυνάμεις. Ὁ Θεός ὅμως ἐνισχύει αὐτόν ὑποσχόμενος, ὄχι ὑλικές ἀμοιβές καί τιμές, ἀλλά τό πολυτιμότερο ὅλων: τή βοήθειά Του. Ὁ Ἱερεμίας ὑπακούει.
Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας καθαγιάσθηκε πρίν ἀπό τή γέννησή του, ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος. Πράγματι, στήν ἀρχή τοῦ προφητικοῦ του βιβλίου ὁ Ἴδιος ὁ Θεός τοῦ λέγει: «Πρό τοῦ με πλάσαι σε ἐν κοιλίᾳ ἐπίσταμαί σε καί πρό τοῦ σε ἐξελθεῖν ἐκ μήτρας ἡγίακά σε, προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε».
Σέ τέσσερις περιόδους δυνάμεθα νά διαιρέσουμε τήν δημόσια δράση του. Πρώτον, ἐπί τοῦ βασιλέως Ἰωσίου πρό τῆς μετερρυθμίσεως (627 – 621 π.Χ.), δεύτερον, ἐπί τοῦ βασιλέως Ἰωακείμ μέχρι τοῦ Σεδεκίου (609 – 598 π.Χ.), τρίτον, ἐπί Σεδεκίου (598 – 586 π.Χ.) καί τέταρτον, μετά τήν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλήμ καί τήν αἰχμαλωσία τοῦ Σεδεκίου.

Μετά τήν καταστροφή τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰσραήλ, τό βασίλειο τοῦ Ἰούδα, ὅπου βρισκόταν ὁ Προφήτης Ἱερεμίας, τελοῦσε ὑπό τήν ἐπίδραση τῶν Ἀσσυρίων, ὄχι μόνο πολιτικά ἀλλά καί θρησκευτικά. Ἡ πολυθεΐα τῶν Ἀσσυρίων εἶχε εἰσχωρήσει στούς Ἰουδαίους, διότι ὁ βασιλέας Μανασσῆς (693 – 639 π.Χ.) ἦταν ὑποτελής τῶν Ἀσσυρίων καί εἶχε παραδοθεῖ σέ θρησκευτικό συγκρητισμό καί σέ εἰδωλολατρία. Ὅσες πόλεις ὑπῆρχαν στήν Ἰουδαία, τόσοι ἦταν καί οἱ θεοί, ὅσοι οἱ δρόμοι τῆς Ἱερουσαλήμ, τόσα θυσιαστήρια τοῦ Βαάλ. Ὑπῆρχε ἡ εἰδωλολατρία τοῦ Μολώχ μέ τά ἀνθρώπινα θύματα. Στίς αὐλές τοῦ ναοῦ ἦταν θυσιαστήρια τῶν Ἀσσυρίων θεῶν καί τό εἴδωλο τῆς Ἀστάρτης. Ὁ Ἱερεμίας, ἐπί τῆς βασιλείας τοῦ Ἰωσίου, ἀπό τό 627 π.Χ., ἐπέρχεται κατά τῆς πολυθεΐας κηρύσσοντας τόν Ἕνα καί Μόνο Ἀληθινό Θεό καί στηλιτεύοντας τή διαφθορά. Ἐκτός τῆς εἰδωλολατρίας καί ἀνηθικότητας, ὁ Ἱερεμίας πολεμάει κατά τήν περίοδο αὐτή καί τούς ψευδοπροφῆτες, οἱ ὁποῖοι παραπλανοῦσαν τόν λαό μέ ψευδεῖς προφητεῖες. Ὁ Προφήτης διαισθάνεται κάποια μεταβολή τοῦ λαοῦ, κάποια μετάνοια, διότι στήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, ὁ λαός ἀπαντᾶ: «Ἰδού, πρός Σέ ἔρχομαι». Ἡ μετάνοια ὅμως αὐτή ἦταν πρόσκαιρη λόγω τῆς ἀνομβρίας. Ὁ Προφήτης πονάει, ὑποφέρει. Περιέρχεται σέ ἀπόγνωση. Ὅμως ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ δέν ἐξαντλεῖται. Ὁ Θεός συμβουλεύει τόν Προφήτη νά ἐρευνήσει τήν ὑπό τοῦ κακοῦ τρυγηθεῖσα ἄμπελο, τό λαό Του, μήπως εὕρει ρώγα σταφυλιοῦ, κάποιον ἄνθρωπο εὐσεβή, ἀτρύγητο ἀπό τό κακό. Ἔτσι τονίζεται ἡ μεγάλη ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Προφήτης δέν βρίσκει δυστυχῶς καμία ρώγα σταφυλιοῦ ἀτρύγητη ἀπό τό κακό. Στήν ἄκαρπη αὐτή προσπάθεια τοῦ Προφήτη, ὁ Θεός συνιστᾶ σέ αὐτόν καί πάλι νά συνεχίσει τήν ἐργασία του, γιά νά πεισθεῖ καί ὁ ἴδιος ὁ Προφήτης γιά τό ἀδιόρθωτο τοῦ λαοῦ καί τή δίκαιη τιμωρία του. Ὁ Θεός παρομοιάζει τόν Προφήτη μέ μεταλλουργό πού δοκιμάζει τά μέταλλα καί φροντίζει ἀπό τό μεῖγμα νά ἐξαγάγει αὐτά πού εἶναι εὐγενή, δηλαδή τό χρυσό καί τόν ἄργυρο. Μάταια ὅμως.
Ἐδῶ τερματίζεται ἡ πρώτη περίοδος τῆς δράσεως τοῦ Προφήτη Ἱερεμίου. Κατόπιν ἔρχεται ἡ κατάλυση τοῦ Ἀσσυριακοῦ βασιλείου διά τῆς πίστεως τῆς Νινευΐ τό 621 π.Χ. Ὁ εὐσεβής βασιλέας Ἰωσίας, ἐπωφελούμενος ἀπό τήν κατάρρευση αὐτή, ἀνέλαβε πολιτική ἐξωτερικῆς ἀνεξαρτησίας καί προέβη σέ ἐσωτερικές μεταρρυθμίσεις, γιά νά ὀρθώσει τήν πίστη στόν Θεό. Ὁ Ἱερεμίας, κατά τό χρονικό διάστημα 621 – 608 π.Χ., ἀποσύρθηκε πιθανότατα σέ μόνωση. Χαρακτηριστικό τῆς ἀσκητικῆς του ζωῆς ἦταν ὅτι αὐτός «λινοῦν περίζωμα εἶχε μόνον. Ὡς δέ τά εὐτραφῆ τῶν σωμάτων γυμνούμενα φανερωτέραν δείκνυσι τήν ἀκμήν, οὕτω καί τῶν ἠθῶν τό κάλλος, μή ἀνειλούμενον ἀπειροκάλοις φλυαρίαις, τό μεγαλοπρεπές ἐνδείκνυται».
Κατά τήν δεύτερη περίοδο τῆς δράσης του, ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ βασιλέως Ἰωακείμ (609 – 598 π.Χ.), ὁ Προφήτης Ἱερεμίας στρέφεται κατά τῶν ἀτόπων τῆς Ἰσραηλιτικῆς θρησκείας. Ὁ μαγικός χαρακτήρας, τόν ὁποῖο ἀπέδιδαν οἱ Ἰουδαῖοι στό ναό καί στίς τελετές, τόν ἐνοχλοῦσε. Ἔλεγε δέ, ὅτι «ὁ ναός, ὁ ὁποῖος χρησιμεύει νά καλύπτει τά κακουργήματα, εἶναι ὄχι ναός Θεοῦ, ἀλλά σπήλαιο λῃστῶν».
Κατά τό πρῶτο ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Ἰωακείμ, σέ κάποια μεγάλη ἑορτή, ἐμφανίζεται ὁ Προφήτης Ἱερεμίας στήν αὐλή τοῦ ναοῦ καί μέσα στό ἐνθουσιῶδες ἀπό τή θέα τοῦ ναοῦ πλῆθος, προσβάλλει τήν ἐσφαλμένη αὐτή πίστη, τήν ὁποία εἶχε ὁ λαός περί τοῦ ναοῦ καί κηρύσσει τήν ἐπερχόμενη καταστροφή τοῦ ναοῦ. Ὅλος ὁ λαός ἐξεγείρεται καί ζητεῖ τόν θάνατό του. Σώζεται μέ τήν ἐπέμβαση τοῦ Ἀχικάμ. Μεταβαίνει στό ἐργαστήριο τοῦ κεραμέως καί παρατηρεῖ ὅτι ὁ κεραμέας μεταπλάσσει ὅσα ἀπό τά πήλινα δοχεῖα δέν ἀρέσουν σέ αὐτόν. Ἔτσι, λέγει ὁ Προφήτης, θά κάνει ὁ Θεός σέ ἔθνη καί ἀνθρώπους, τά ὁποία δέν ἀρέσουν σέ Αὐτόν. Γιά τήν ἀποφυγή τῆς καταστροφῆς συνιστᾶ τήν ἐσωτερική μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Ἄρχοντες καί λαός ἀντιδροῦν. Κουρασμένος ὁ Προφήτης ἀπό τούς ἄκαρπους ἀγῶνες του ζητεῖ τή μόνωση καί προβλέποντας τήν ἀμετανοησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, προλέγει τήν καταστροφή του.
Κάποιοι ἄνθρωποι ἀποφασίζουν νά τόν δηλητηριάσουν στήν Ἀναθώθ. Συνωμοτοῦν ἐναντίον του καί συγγενεῖς του. Ὁ Ἱερεμίας ἀποδίδει τήν σωτηρία του στόν Θεό. Στρέφεται κατά τῶν ἀρχόντων, τοῦ βασιλέως Ἰωακείμ καί τῶν ἀνακτόρων, τῶν ὁποίων κηρύσσει τήν καταστροφή. Ὅλος ὁ κόσμος εἶναι ἐναντίον του. Πρός στιγμήν κάμπτεται, διότι νομίζει ὅτι ἔχει ἐγκαταλειφθεῖ ἀπό τόν Θεό καί παραπονεῖται. Συνέρχεται ὅμως καί συνεχίζει τό ἔργο του. Στήν αὐλή τοῦ ναοῦ κηρύσσει καί πάλι τήν καταστροφή τοῦ ναοῦ. Τό κήρυγμα αὐτό προκαλεῖ ἀναταραχή. Γι’ αὐτό ὁ στρατηγός τοῦ ἱεροῦ χώρου τοῦ ναοῦ Πασχώρ τόν ραβδίζει καί τόν ρίχνει στή φυλακή. Τά κηρύγματά του γίνονται δεκτά μέ εἰρωνεῖες. Τοῦ ἀπαγορεύουν νά ἐπισκέπτεται τό ναό. Ὁ Προφήτης σκέπτεται νά ἐγκαταλείψει τόν ἀγῶνα. Ἡ φωτιά ὅμως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι μέσα του, δέν τόν ἀφήνει. Κατά τό τέλος τοῦ 605 π.Χ., μετά τήν ἥττα τῶν Αἰγυπτίων στό Χαρκαμύς, ἐπειδή ὁ ἴδιος δέν ἦταν δυνατόν νά εἰσέλθει στήν αὐλή τοῦ ναοῦ, δίδει στόν μαθητή του Βαρούχ νά ἀναγνώσει στό μέσο τῆς αὐλῆς τοῦ ναοῦ, προφητεία, διά τῆς ὁποίας κηρυσσόταν ἡ καταστροφή τοῦ ναοῦ. Ὅλοι τότε ἐπαναστατοῦν ἐναντίον του. Ὁ Ἱερεμίας καί ὁ Βαρούχ κρύβονται, γιά νά μή συλληφθοῦν. Ἡ προλεχθεῖσα ὅμως καταστροφή ἐπῆλθε.
Οἱ Βαβυλώνιοι κατέστησαν φόρου ὑποτελή τό βασιλέα Ἰωακείμ. Αὐτός, ἐπιθυμώντας τήν ἀνεξαρτησία καί ἀφοῦ παρακινήθηκε ἀπό ἄκριτους ἀνθρώπους, προκαλεῖ τή Βαβυλώνιο ἐκστρατεία κατά τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὁ Ναβουχοδονόσωρ ἐπέρχεται ἐναντίον του καί πολιορκεῖ τήν Ἱερουσαλήμ. Ὁ Ἱερεμίας μάταια συνιστᾶ στόν βασιλέα Ἰωακείμ, ὑποταγή στούς Βαβυλώνιους. Ὁ Ἰωακείμ πεθαίνει καί ἡ πόλη καταλαμβάνεται καί πολιορκεῖται. Ὁ ναός καταστρέφεται. Ὁ ἄμεσος διάδοχος τοῦ Ἰωακείμ, ὁ Ἰωαχείμ (Ἰεχονίας) πορεύεται σέ αἰχμαλωσία μέ τούς ἀξιωματούχους τῆς χώρας καί δέκα χιλιάδες ἀπό τό λαό. Ὁ βασιλέας Ναβουχοδονόσωρ ὁρίζει ὡς διάδοχο τοῦ Ἰεχονίου, τόν Σεδεκία.
Κατά τήν Τρίτη περίοδο τῆς δράσεως τοῦ Προφήτη Ἱερεμίου, τό 594 π.Χ., ἀπεσταλμένοι τῶν Ἰδουμαίων, Ἀμμωνιτῶν, Τύρου καί Σιδῶνος, παρακάλεσαν τόν Σεδεκία νά συμμαχήσουν κατά τῶν Βαβυλωνίων. Οἱ ψευδοπροφῆτες κηρύσσουν ὅτι τά ἱερά σκεύη τοῦ ναοῦ πού εἶχαν κλαπεῖ θά ἐπιστραφοῦν. Ὁ Ἱερεμίας ἀντιτίθεται καί συμβολικά θέτει ζυγό στόν τράχηλό του, γιά νά δηλώσει ὅτι θά εἶναι δοῦλοι τοῦ Ναβουχοδονόσωρ. Ὁ ψευδοπροφήτης Ἀνανίας σπάζει τό ζυγό πάνω στόν τράχηλο τοῦ Ἱερεμία, γιά νά τονίσει τήν ἀποτίναξη τοῦ ζυγοῦ τῶν Βαβυλωνίων. Ὁ Ἱερεμίας ἀπαντᾶ: «Ἔσπασες ξύλινους ζυγούς; Σιδερένιους θά θέσει ὁ Θεός στόν τράχηλό σας».
Ὁ Σεδεκίας τήρησε συνετή πολιτική πρός τούς ἀπεσταλμένους τῶν ἄλλων περιοχῶν καί ἐνέκρινε τήν γνώμη τοῦ Προφήτη Ἱερεμία. Ὅμως, κατά τό 588 π.Χ., ὁ φαραώ τῆς Αἰγύπτου Οὐαφρῆς ἐπαναστατεῖ κατά τῶν Βαβυλωνίων. Τό φρόνημα τῶν Ἰουδαίων ἀναπτερώνεται καί λαμβάνουν καί αὐτοί μέρος στήν ἐπανάσταση αὐτή. Ὁ Ἱερεμίας τούς ἀποτρέπει ἀπό τό νά συμμαχήσουν μέ τούς Αἰγυπτίους κατά τῶν Βαβυλωνίων. Οἱ Ἰουδαῖοι δέν ὑπακοῦν καί ἐπαναστατοῦν. Ὁ Ἱερεμίας ἐπιμένει ὅτι ἡ πόλη τῶν Ἱεροσολύμων θά καταστραφεῖ. Οἱ ἄρχοντες τόν ρίχνουν σέ λάκκο βορβορώδη, διότι μέ τόν τρόπο πού ὁ Προφήτης ὁμιλοῦσε παρέλυε τά χέρια τῶν πολεμιστῶν. Μέ τήν ἐπέμβαση ὅμως τοῦ Ἀβδεμέλεχ ἀποσύρεται ἀπό τόν λάκκο. Ἡ πόλη τῶν Ἱεροσολύμων καταλαμβάνεται καί ὁ βασιλέας Σεδεκίας συλλαμβάνεται, τυφλώνεται καί ὁδηγεῖται στή Βαβυλώνα. Ἡ πόλις παραδίδεται στίς φλόγες.
Κατά τήν τέταρτη περίοδο τῆς δράσεώς του, ὁ Ἱερεμίας, μετά τήν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀποφασίζει νά διαμείνει πλησίον τοῦ Γοδολίου. Τόν Γοδολία, ὁ βασιλέας Ναβουχοδονόσωρ ἐγκαθιστᾶ κυβερνήτη τῆς Ἰουδαίας. Μετά ἀπό λίγο, ὅμως, ὁ Γοδολίας δολοφονεῖται καί ὁ Ἰουδαϊκός λαός, φοβούμενος τήν τιμωρία ἀπό τούς Βαβυλωνίους, ἀποφασίζει νά ἀπέλθει στήν Αἴγυπτο παρά τήν γνώμη τοῦ Ἱερεμίου καί τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Χωρίς τήν θέλησή του, παίρνουν μαζί τους καί τόν Ἱερεμία, ὁ ὁποῖος κηρύττει καί στήν Αἴγυπτο. Προλέγει τήν εἰσβολή τοῦ Ναβουχοδονόσωρ, ἡ ὁποία καί ἔγινε. Ἐκεῖ οἱ Ἰουδαῖοι περιπίπτουν σέ εἰδωλολατρία. Ὁ Προφήτης ἐπέρχεται καί πάλι ἐναντίον αὐτῶν. Ἐκεῖνοι ὅμως δέν ὑπακούουν καί ὁ Προφήτης προλέγει τήν καταστροφή τους.
Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας λιθοβολήθηκε ἀπό τούς συμπατριῶτες του στήν πόλη Τάφνα τῆς Αἰγύπτου ἢ ἀπήχθη μαζί μέ τόν Βαρούχ αἰχμάλωτος ἀπό τόν βασιλέα Ναβουχοδονόσωρ σέ κάποια εἰσβολή του στήν Αἴγυπτο τό 568 π.Χ., ὡς λέγει κάποια Ραββινική παράδοση.
Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στό ναό τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, πού ἦταν κοντά στήν Μεγάλη Ἐκκλησία.
Τό βιβλίο τοῦ Προφήτου Ἱερεμίου στήν Παλαιά Διαθήκη δέν παρουσιάζει μόνο ὑψηλές θρησκευτικές ἰδέες, ἀλλά κυρίως μία ζωηρή θρησκευτική προσωπικότητα, διότι ὁ Ἱερεμίας δέν κήρυττε μόνο, ἀλλά ζοῦσε τήν διδασκαλία αὐτή μέ τόση ἐπιμονή, ὥστε ὄχι μόνο ὁ θάνατός του ὑπῆρξε μαρτυρικός, ἀλλά καί ὁλόκληρη ἡ ζωή του ἦταν ἕνα διαρκές μαρτύριο. Ἡ διδασκαλία τοῦ Προφήτου Ἱερεμίου ἀφοροῦσε, α) τόν ἄνθρωπο, β) τόν Θεό καί γ) τό λαό τοῦ Θεοῦ. Κέντρο καί τῶν τριῶν αὐτῶν εἶναι ἡ καρδιά, ἡ βάση τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐκ γαστρός ἡγιάσθης τῇ προγνώσει τοῦ Κτίσαντος, καί προφητικῆς ἐπληρώθης ἐκ σπαργάνων συνέσεως· ἐθρήνησας τήν πτῶσιν Ἰσραήλ, σοφέ Ἱερεμία ἐν στοργῇ· διά τοῦτο ὡς Προφήτην καί Ἀθλητήν, τιμῶμέν σε κραυγάζοντες· δόξα τῷ σέ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διά σοῦ, ἡμῖν τά κρείττονα.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχάς τῆς φύσεως.
Ὡς ἐκ γαστρός θεόληπτος, καί συμπαθείας ἔμπλεως, τήν τοῦ λαοῦ σου ἐθρήνησας ἔκπτωσιν, Ἱερεμία ἔνδοξε· διά τοῦτό σε λίθοις, ἐν Αἰγύπτῳ Προφῆτα φόνῳ παρέδωκαν, οἱ μή εἰδότες ψάλλειν, σύν σοί Θεῷ· Ἀλληλούϊα.

Μεγαλυνάριον.
Τόν ἡγιασμένον ἀπό γαστρός, ὡς ἐκλελεγμένον, ἐπαξίως τῷ Σαβαώθ, σέ Προφητομάρτυς, σοφέ Ἱερεμία, ὑμνοῦμεν καί βοῶμεν· Σκέπε τούς δούλους σου.