Ἅγιος Μώκιος ὁ Ἱερομάρτυρας (11 Μαΐου)

15 Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Μώκιος καταγόταν ἀπό τή Ρώμη καί γεννήθηκε ἀπό γονεῖς εὔπορους καί εὐσεβεῖς, τόν Εὐφράτιο καί τήν Εὐσταθία. Ἀγαπώντας τόν ἱερατικό βίο, ἐπιδόθηκε ἀπό μικρή ἡλικία στή σπουδή τῶν ἱερῶν γραμμάτων καί χειροτονήθηκε ἱερέας τῆς Ἐκκλησίας στήν Ἀμφίπολη τῆς Θράκης. Ὡς ἱερεύς δίδασκε μέ θερμό ζῆλο τούς εἰδωλολάτρες νά ἐγκαταλείψουν τήν πλάνη τους καί νά προσέλθουν στήν ἀληθινή πίστη τοῦ Χριστοῦ. Μία ἡμέρα, ὅταν ὁ ἀνθύπατος Λαοδίκιος ἐπρόκειτο νά θυσιάσει στό θεό Διόνυσο, προσῆλθε ὁ Μώκιος καί μπροστά σέ ὅλους ἀνέτρεψε τόν βωμό καί διασκόρπισε τά θυμιάματα. Γιά τόν λόγο αὐτό συνελήφθη καί ἀφοῦ κρεμάσθηκε καί γδάρθηκε μέ σιδερένια νύχια στό πρόσωπο καί στά πλευρά, τέθηκε πάνω σέ φωτιά. Παρέμεινε ὅμως ἀβλαβής καί ρίχθηκε δέσμιος στή φυλακή. Ἀργότερα ὑποβλήθηκε σέ νέα ἀνάκριση καί ὑπέστη πιέσεις ἀπό τό νέο ἀνθύπατο Μάξιμο νά θυσιάσει στά εἴδωλα. Ἀρνήθηκε νά ὑπακούσει καί ὑποβλήθηκε σέ νέα σκληρότερα βασανιστήρια. Τόν ἔδεσαν πάνω σέ τροχό καί καταμωλωπίσθηκε καί στήν συνέχεια τόν ἔριξαν στά θηρία. Ἀλλά καί πάλι ἐξῆλθε ἀβλαβής. Μπροστά στά θαύματα αὐτά ὁ λαός ζήτησε τήν ἀπελευθέρωση τοῦ Ἁγίου, ὁ ἀνθύπατος ὅμως ἀπέστειλε αὐτόν στήν Ἡράκλεια καί ἀπό ἐκεῖ ἀπεστάλη ἀπό τόν ἄρχοντα Φιλιππήσιο στό Βυζάντιο, ὅπου τό 288 μ.Χ., ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), ὑπέστη τόν διά ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο.

Ἀργότερα ὁ Μέγας Κωνσταντίνος ἀνήγειρε πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου Μωκίου μεγαλοπρεπή ναό, στόν ὁποῖο κατέθεσε καί τά ἱερά λείψανα αὐτοῦ. Στό ναό αὐτόν γινόταν αὐτοκρατορική προσέλευση κατά τήν Μεσοπεντηκοστή. Στό ναό, ἐπίσης, φυλασσόταν τό ἱερό λείψανο τοῦ Ἁγίου Σαμψών τοῦ Ξενοδόχου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορός Ἀγγελικός.
Χριστῷ ἱερουργῶν, ἱερεύς ὢν τῆς δόξης, θυσίαν λογικήν, καί ὁλόκληρον θῦμα, ἀθλήσεως ἄνθραξι, σεαυτόν προσενήνοχας· ὅθεν Μώκιε, διπλῷ στεφάνῳ σε στέφει, ὁ δοξάσας σε, ὡς δοξασθείς σου τοῖς ἄθλοις, Χριστός ὁ φιλάνθρωπος.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Καθοπλισθείς, τῷ θυρεῷ τῆς πίστεως, τῶν ἀσεβῶν, τάς παρατάξεις ἔτρεψας, καί ἐδέξω δόξης στέφανον, παρά Κυρίου μάκαρ Μώκιε· διό μετά Ἀγγέλων ἀγαλλόμενος, περίσωζε κινδύνων τούς ὑμνοῦντάς σε, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Μωκώμενος πλάνην τήν δυσσεβῆ, ὡς τῆς εὐσεβείας, θεορρήμων ἱερουργός, ᾔσχυνας τοῖς ἄθλοις, ἐν ἀσθενείᾳ Μάρτυς, τοῦ σκότους τόν προστάτην, Μώκιε ἔνδοξε.