Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Μάρτυρας ἐν Θεσσαλονίκῃ (14 Μαρτίου)

19ό Συναξάριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀναφέρει τέσσερις Μάρτυρες μέ τό ὄνομα Ἀλέξανδρος, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίζουν πολλά κοινά σημεῖα καί γι’ αὐτό προσδιορίζονται ἀπό τόν διαφορετικό τόπο Μαρτυρίου. Αὐτοί εἶναι :
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, ὁ ἐν Πύδνῃ († 14 Μαρτίου), ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, ὁ ἐν Θεσσαλονίκῃ († 7 Νοεμβρίου), ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ ἐν Δριζιπάρῳ τῆς Θρᾶκης († 25 Φεβρουαρίου) καί ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Δινογετίας τῆς Κάτω Μοισίας († 14 Μαΐου).
Ἡ προσεκτική ἀνάλυση τῶν σχετικῶν Μαρτυριῶν πείθει ὅτι δέν πρόκειται γιά τέσσερα διαφορετικά πρόσωπα, ἀλλά γιά δυό ὁμώνυμους Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ἂν καί ἔζησαν τήν ἴδια ἐποχή, δηλαδή κατά τόν 3ο αἰῶνα μ.Χ., σαφῶς διακρίνονται μεταξύ τους. Δηλαδή ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Θεσσαλονίκης εἶναι ὁ αὐτός μέ τόν ὁμώνυμό του Ἅγιο Ἀλέξανδρο Πύδνης. Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ ἐν Δριζιπάρῳ, εἶναι ὁ ἴδιος μέ τόν ὁμώνυμό του Δινογετίας τῆς Κάτω Μοισίας, πού εἶναι ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Ρωμαῖος.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Ἀλέξανδρος καταγόταν ἀπό τήν Θεσσαλονίκη καί μαρτύρησε ἐπί τῆς βασιλείας Μαξιμιανοῦ (285-305 μ.Χ). Συνελήφθη, ἐπειδή ἦταν Χριστιανός καί ἐκλήθη νά θυσιάσει στά εἴδωλα. Αὐτός ἀρνήθηκε καί ἐπέδειξε μάλιστα τήν ἀπέχθειά του κατά τρόπο θεαματικό, ἀνατρέποντας τήν τράπεζα τῶν σπονδῶν, μέ ἄμεση συνέπεια νά τιμωρηθεῖ μέ ἀποκεφαλισμό γιά τήν μεγάλη του ἀσέβεια. Ὁ δήμιος Μινουκιανός, πού θά ἀποκεφάλιζε τόν Ἅγιο, ἔμεινε ἐμβρόντητος, βλέποντας κάποια ὀπτασία. Καί μόνο ὅταν ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε, ὁ δήμιος ὁλοκλήρωσε τό ἔργο του, δηλαδή τόν ἀποκεφαλισμό. Ἐκείνη τήν ὥρα ὁ αὐτοκράτορας εἶδε νά συνοδεύουν τήν ψυχή τοῦ Ἁγίου στόν οὐρανό τέσσερις ἄγγελοι, κάτι πού τόν συγκλόνισε, μέ ἀποτέλεσμα νά παραχωρήσει τό λείψανο τοῦ Μάρτυρος στούς Χριστιανούς τῆς Θεσσαλονίκης, γιά νά τό ἐνταφιάσουν κατά τά ἔθιμά τους.
Τό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου συνέβη κατά τό διάστημα μεταξύ τῆς 21ης Ἰουλίου 285 μ.Χ. (ἀναγόρευση τοῦ Μαξιμιανοῦ ὡς καίσαρος) καί τῆς 1ης Αὐγούστου 286 μ.Χ. (ἀνάδειξή του σέ Αὔγουστο ἀπό τόν Διοκλητιανό).
Σύμφωνα μέ τό χρυσόβουλλο τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ, τοῦ ἔτους 964 μ.Χ., πρός τή μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὁ αὐτοκράτορας Νικηφόρος, ἰκανοποιώντας σχετικό αἴτημα τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, παραχώρησε στή μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, καθώς ἐπίσης δώρισε καί τίς Τίμιες Κάρες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου τοῦ «ἐνδόξως ἀριστήσαντος καί ὑπέρ τοῦ σωτῆρος μουστερρῶς μαρτυρήσαντος ἐν Πύδνῃ τῆς Θεσσαλίας», οἱ ὁποῖες φυλάσσονταν στό αὐτοκρατορικό παρεκκλήσιο. Εἶναι σαφές, λοιπόν, ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος μαρτύρησε στήν Πύδνα, τό μεσαιωνικό Κίτρος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τήν πανοπλίαν, διά πίστεως, ἐνδεδυμένος, ἐν ἀθλήσει διαπρέπεις Ἀλέξανδρε· καί ἐν τῇ Πύδνῃ τελέσας τόν δρόμον σου, μαρτυρικῆς ἠξιώθης λαμπρότητος. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Χριστόν ὡμολόγησας, τῶν ἐπί πάντων Θεόν, καί χαίρων ἐνήθλησας, ὑπέρ τῆς δόξης αὐτοῦ, παμμάκαρ Ἀλέξανδρε. Ὅθεν σου τήν ἁγίαν, προσπτυσσόμενοι κάραν, ᾄδομεν τῷ Σωτῆρι, χαριστήριον αἶνον, τόν σώζοντα ἡμᾶς ἐκ φθορᾶς ταῖς ἱκεσίαις σου.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ Πύδνῃ Ἅγιε, στερρῶς ἀθλήσας, τόν Χριστόν ἐδόξασας, σφαγιασθείς ὑπέρ αὐτοῦ, ἐν οὐρανοῖς δέ τόν στέφανον, τῆς ἀφθαρσίας, ἐδέξω Ἀλέξανδρε.

Μεγαλυνάριον.
Ἄστρον ἀνεδείχθης φωτοφανές, ἀθλήσας ἀνδρείως, ἐν τῇ Πύδνῃ ὑπέρ Χριστοῦ, Ἀλέξανδρε Μάρτυς, Ἀγγέλων συμπολῖτα· διό τούς σέ τιμῶντας, σκέπε πρεσβίαις σου.