Ὅσιος Ἀλύπιος ὁ Κιονίτης (26 Νοεμβρίου)

OsiosAlipios7ταν ἀπό τήν Ἀδριανούπολη τῆς Παφλαγονίας καί ἔζησε τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι, ὅταν θά γεννιόταν ὁ Ἀλύπιος, ἡ μητέρα του εἶδε σέ ὄνειρο νά κρατάει ἕνα λευκό ἀρνί πού στά κέρατά του ἦταν τρεῖς ἀναμμένες λαμπάδες, πού σήμαινε τίς ἀρετές πού θά εἶχε τό παιδί πού θά γεννιόταν.
Οἱ γονεῖς του ἔδωσαν στόν Ἀλύπιο χριστιανική ἀνατροφή, πού στό πρόσωπό του ἐπέφερε καρπούς ἐκατονταπλασίονας. Εἶχε μεγάλη περιουσία, τήν ὁποία δαπάνησε στούς φτωχούς καί πάσχοντες τῆς περιοχῆς του. Διότι εὐχαρίστησή του ἦταν νά ἐκπληρώνει τό νόμο τοῦ Θεοῦ, πού προτρέπει τούς χριστιανούς νά εἶναι «συμπαθεῖς, φιλάδελφοι, εὔσπλαχνοι, φιλόφρονες». Δηλαδή νά συμπαθοῦν καί νά συμμετέχουν στίς λύπες τῶν ἀδελφῶν τους, νά ἀγαποῦν σάν ἀδελφούς τούς συνανθρώπους τους, νά ἔχουν πονετική καί τρυφερή καρδιά καί νά εἶναι περιποιητικοί καί εὐγενεῖς.

Ὁ Ἀλύπιος, ἀφοῦ ἔμεινε πάμφτωχος, ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο, ὅπου ἔκανε ἀσκητική ζωή. Πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι ἔμεινε πάνω σ’ ἕνα στύλο 50 (κατ’ ἄλλους 53) χρόνια γιά λόγους ἄσκησης καί κάτω ἀπό διάφορες καιρικές συνθῆκες.
Ἡ φήμη τῆς ἀρετῆς του ἔφερε κοντά στόν Ἀλύπιο καί ἄλλες ψυχές, πού ζητοῦσαν εἰρηνικό καταφύγιο. Στούς ἀνθρώπους αὐτούς ὑπῆρξε φιλόστοργος πνευματικός πατέρας, καί τούς καθοδηγοῦσε μέ τίς συμβουλές του καί τούς στήριζε μέ τό παράδειγμά του.
Πέθανε εἰρηνικά τό ἔτος 608, ἀφοῦ ἔζησε 100 χρόνια, κατ’ ἄλλους 120. Τελεῖται δέ ἡ Σύναξις αὐτοῦ ἐν τῇ μονῇ αὐτοῦ τῇ οὔσῃ πλησίον τοῦ Ἱπποδρομίου, κατά τόν Παρισινό Κώδικα 1594.

Πηγή:http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τόν τάφον σου Σωτήρ.
Δοξάζων ὁ Θεός, τήν σήν γέννησιν Πάτερ, προέγραψε σαφῶς, τῆς ζωῆς σου τήν χάριν· αὐτῷ γάρ εὐηρέστησας, ἀρετῶν τελειότητι· ὅθεν ἤστραψας, ἀπό τοῦ κίονος πᾶσι, τῶν ἀγώνων σου, τάς ἀληθεῖς ἀντιδόσεις, Ἀλύπιε Ὅσιε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ἐπί τοῦ Κίονος ἐκλαμψας ὥσπερ ἥλιος
Τήν οἰκουμένην ἐσελάγησας τοῖς ἔργοις σου
Ὡς υἱός καί κληρονόμος τῆς ἀφθαρσίας.
Ἀλλά δίωξον νοός μου τήν σκοτόμαιναν
Καί τῶν φώτων τῷ Πατρί με προσοικείωσαι,
Ἵνα κράζω σοι, χαῖροις Πάτερ Ἀλύπιε.

Μεγαλυνάριον.
Λιπών χαμαιζήλους διατριβάς, ὤφθης οὐρανόφρων, ἐν τῷ κίονι ὑψωθείς· ὅθεν ἔξω κόσμου, Ἀλύπιε βιώσας, ὑπερκοσμίου δόξης, ἔτυχες Ὅσιε.