Ἀριθμ. Πρωτ. 234
Ἐν Ἡρακλείῳ, τῇ 29ῃ Μαρτίου 2016
Πρός
τούς Αἰδεσιμωτάτους Κληρικούς, τούς Ὁσιωτάτους Μοναχούς
καί τόν εὐσεβῆ Λαό τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης
Ἀγαπητοί ἀδελφοί, παιδιά τῆς Ἐκκλησίας,
Βρισκόμαστε ἤδη στό μέσον τῆς πορείας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία λιτανεύει τόν Τίμιο Σταυρό, γιά τήν πνευματική ἐνίσχυση τοῦ πιστοῦ λαοῦ Της, ὁ ὁποῖος προσμένει τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἡ προσκύνηση τοῦ Σταυροῦ, κατά τήν πορεία πρός τό Ἅγιο Πάσχα, ὑπενθυμίζει τή Σταυρική Θυσία τοῦ Κυρίου, «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» (Ἰω. 6,51).
Ἡ Ὀρθόδοξη ἐμπειρία, τό θεμέλιo τῆς σταυροαναστάσιμης ζωῆς, δέν βρίσκεται στήν ἀνακούφιση συναισθημάτων μίας ἰδεολογικῆς χριστιανικῆς πρόσληψης ἤ ἐντός τῆς διαπάλης τῆς ἀποδεικτικότητας, τῶν ἀπόψεων καί τῶν διαφοροποιήσεων τῶν διαφόρων διδαγματιστῶν, ἀλλά ἐντός τῆς κατά χάριν σχέσης μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό καί τό συνάνθρωπο.
Ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι ἀναμφίβολα τό ἱερό σύμβολο τῆς Ἐκκλησίας πού προϋποθέτει τρόπο ζωῆς ὡραιότητας καί ἐσωτερικῆς σχέσης μέ τόν Πανάγαθο Θεό καί δέν ἀποτελεῖ ἕνα νεκρό διακριτικό σημεῖο μίας ἰδέας κάποιας μερίδος ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ὀνομάζονται χριστιανοί.
Τίποτα στόν ἐσωτερικό πνευματικό ἀγῶνα, δέν ἀτενίζεται ὡς δήλωση ὁμάδας, κάποιας ἀόριστης μεταφυσικῆς προοπτικῆς. Ἡ ἁγιοπατερική Ὀρθόδοξη Παράδοση καί ζωή, στό βάθος της, ὄχι μόνο κατανοεῖ, ἀλλά ζεῖ μέ τή μετάνοια καί ὁρᾶ κατά χάριν ἐντός τῆς ἁγιάζουσας Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀγάλλεται «εἰ μή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6,14), δηλαδή, «παρά μόνο στό σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Τό βίωμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, θεωρούμενο ὅπως παραπάνω, δηλαδή μέσῳ τῆς μένουσας κατάστασης τῆς χάριτος καί ὄχι μέσῳ τῆς πρόσκαιρης ἐπικράτησης τῆς μίας ἤ τῆς ἄλλης ἐξωτερικῆς προτίμησης, πού γέννησε τό φρόνημα τοῦ σύγχρονου ἐγωκεντρισμοῦ, δέν διαιρεῖ, ἀλλά ἑνώνει. Ἡ Ἐκκλησία τό ἀντλεῖ ἀπό τό ταμεῖο τῆς χάριτός Tης καί γιά τό λόγο αὐτό δέν δέχθηκε, οὔτε δέχεται τόν μανιχαϊστικό διαχωρισμό ψυχῆς καί σώματος.