«Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν»
είλη αγγελικά, αλλά και χείλη ανθρώπινα απηύθυναν τις λέξεις αυτές προς την Παναγία Παρθένο, κατά την ώρα του Ευαγγελισμού, μετά το εισαγωγικό «χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ», πρόσθεσε ό αρχάγγελος την χαρακτηριστική αυτήν φράση, την τόσον τιμητική για την Παναγία μας «εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξι». Και ιδού ότι δεν είχε περάσει πολύς χρόνος, και τις λέξεις αυτές τις επαναλαμβάνει προς την Παρθένο Μαρία ή συγγενής της Ελισάβετ, κατά την επίσκεψη της Παρθένου «εἰς την ὀρεινήν, εἰς πόλιν Ἰούδα… εἰς τον οἶκον Ζαχαρίου».
«Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί», προσφωνεί και ή Ελισάβετ την Παναγία Παρθένο. Το νόημα της φράσεως αυτής είναι, ότι, μεταξύ όλων των γυναικών όλων των αιώνων και όλων των λαών, αυτή είναι ή κατ’ εξοχήν ευλογημένη, διότι αυτή εν μέσω όλης της γυναικείας φύσεως ευρέθη ή εκλεκτή, για να γίνει μητέρα του Υιού του Θεού. Αυτή εκλέγεται από τον Θεό, για να γίνει όργανο ευλογίας στούς ανθρώπους. Και γι’ αυτό ονομάζεται «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», ως το εξαίρετο όργανο, δια του οποίου μετοχετεύεται ή ευλογία του Θεού στην ανθρωπότητα.
Σε αντίθεση προς την προμήτορα Εύα, η οποία, ατυχώς, έγινε όργανο κατάρας και πολλής συμφορας, ή Παναγία Παρθένος γίνεται το όργανο της μεταδόσεως της ευλογίας του Θεού στην ανθρωπότητα. Προσφυέστατα λοιπόν αρμόζει στη Παναγία μας αυτή ή χαρακτηριστική λέξις «εὐλογημένη». Αλλά όμως δεν πρέπει να λησμονούμε, αγαπητοί, ότι και κάθε χριστιανός πρέπει να γίνει ευλογημένος άνθρωπος. Πρέπει δηλαδή να θέλει και να προσπαθεί να γίνεται ευλογημένος ό ίδιος ατομικά και όργανο και πηγή ευλογίας για τους άλλους.
Ευλογημένος ό ίδιος ατομικά, πρώτα. Διότι δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι ή Παναγία Παρθένος, αν υπήρξε όργανο ευλογίας για όλη την ανθρωπότητα, πρώτα υπήρξε για τον εαυτό της ευλογημένη. Και ό αρχάγγελος πρώτα την προσφωνεί «κεχαριτωμένη». Προηγείται ή ιδιότητά της ως κεχαριτωμένης, προηγείται ή ψυχική της υπεροχή, το ύψος της αρετή και της αγιότητός της. Και εν συνεχεία γίνεται όργανο της ευλογίας του Θεού προς την ανθρωπότητα. Κατά τον ίδιο τρόπον οφείλει ό κάθε χριστιανός να έχει επάνω του την ευλογία του Θεού πάντοτε.
Αυτό σημαίνει ότι στη ζωή μας πρέπει να αποφεύγουμε όλα εκείνα τα κακά και άτοπα έργα, «δι’ ἅ ἔρχεται ἡ ὀργήτοῦ Θεοῦ ἐπὶ τους υἱούς τῆς ἀπειθείας». Έργα του σκότους και της αμαρτίας, κακίες και πάθη, όταν κυριαρχούν στον άνθρωπο, γίνονται αιτία να φυγαδεύεται ή ευλογία του Θεού, και μεταβάλλεται ό άνθρωπος σε φορέα της κατάρας του Θεού. Πόση προσοχή χρειάζεται και στην ατομική και την επαγγελματική και κοινωνική μας ζωή, ώστε και στον εαυτό μας και στην την οικογένειά μας και στο λειτούργημα ή επάγγελμά μας και σε όλη μας τη ζωή να μην επισπούμε ποτέ την οργή και την κατάρα του Θεού, αλλά να ελκύουμε την ευλογία Του.
Όταν έχει προηγηθεί εκ μέρους του ανθρώπου εκείνου κάποιο καλό και ωφέλιμο έργο, κάποια ενέργεια, ή εκδήλωση, ή οποία να είναι όντως ευεργετική και ωφέλιμη. Μας το λέει ο ίδιος ό Κύριος «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλά ἔργα και δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Και πράγματι όταν ένας άνθρωπος το καλό πράττει, το καλό σκορπάει γύρω του, όταν τα έργα του είναι λαμπρά, καθαρά, ανεπίληπτα, αδιάβλητα, θεμιτά, και πάντοτε δείγματα ευσυνείδητου ανθρώπου και καλού χαρακτήρα, τότε άνθρωπος εκείνος επαινείται, τιμάται και αναγνωρίζεται ως καλός και άξιος να ονομάζεται χριστιανός.
Και φέρεται τότε στα χείλη των πολλών ή φράση «ευλογημένος άνθρωπος». Όταν γινόμαστε ευεργετικοί στους συναθρώπους μας, τότε ή ευεργεσία αυτή ιδιαιτέρος αναγνωρίζεται από τους ευεργετηθέντας (όσοι τουλάχιστον δεν είναι αγνώμονες) και εκφράζονται με τις λέξεις: ευλογημένος να είναι αυτός ο άνθρωπος που μου έκανε τούτο το καλό. «Μανθανέτωσαν (λέγει ό Απόστολος Παύλος) οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὧσιν ἄκαρποι». Πρέπει δηλαδή να μαθαίνουν οι Χριστιανοί να έχουν στην ζωή τους πρωτοβουλία στα καλά έργα, να γίνονται εργάτες καλών έργων. ΑΜΗΝ.