Κατά Μάρκον (θ΄ 42 – ι΄ 1)

Εἶπεν ὁ Κύριος· ὃς ἂν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, καλόν ἐστιν αὐτῷ μᾶλλον εἰ περίκειται λίθος μυλικὸς περὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ βέβληται εἰς τὴν θάλασσαν. Καὶ ἐὰν σκανδαλίζῃ σε ἡ χείρ σου, ἀπόκοψον αὐτήν· καλὸν σοί ἐστι κυλλὸν εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν, ἢ τὰς δύο χεῖρας ἔχοντα ἀπελθεῖν εἰς τὴν γέενναν, εἰς τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον, ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται. Καὶ ἐὰν ὁ πούς σου σκανδαλίζῃ σε, ἀπόκοψον αὐτόν· καλὸν σοί ἐστιν εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωὴν χωλόν, ἢ τοὺς δύο πόδας ἔχοντα βληθῆναι εἰς τὴν γέενναν, εἰς τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον, ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται. Καὶ ἐὰν ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζῃ σε, ἔκβαλε αὐτόν· καλὸν σοί ἐστι μονόφθαλμον εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ἢ τοὺς δύο ὀφθαλμοὺς ἔχοντα ἀπελθεῖν εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός, ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται. Πᾶς γὰρ πυρὶ ἁλισθήσεται, καὶ πᾶσα θυσία ἁλὶ ἁλισθήσεται.

Καλὸν τὸ ἅλας· ἐὰν δὲ τὸ ἅλας ἄναλον γένηται, ἐν τίνι αὐτὸ ἀρτύσετε; ἔχετε ἐν ἑαυτοῖς ἅλας καὶ εἰρηνεύετε ἐν ἀλλήλοις.

Καὶ ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἔρχεται εἰς τὰ ὅρια τῆς Ἰουδαίας διὰ τοῦ πέραν τοῦ Ἰορδάνου, καὶ συμπορεύονται πάλιν ὄχλοι πρὸς αὐτόν, καὶ ὡς εἰώθει, πάλιν ἐδίδασκεν αὐτούς.
 
Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
 
Εἶπεν ὁ Κύριος:

«Όποιος σκανδαλίσῃ ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς μικρούς, ποὺ πιστεύουν σ’ ἐμέ, εἶναι καλύτερα γι’ αὐτὸν νὰ κρεμάσῃ εἰς τὸν τράχηλόν του μιὰ μυλόπετρα καὶ νὰ ριφθῇ εἰς τὴν θάλασσαν. Καὶ ἐὰν τὸ χέρι σου σὲ σκανδαλίζῃ, κόψε το, διότι εἶναι καλύτερα νὰ μπῇς εἰς τὴν ζωὴν κουλὸς παρὰ νὰ ἔχῃς δύο χέρια καὶ νὰ πᾷς εἰς τὴν γέεναν, εἰς τὴν φωτιά, ποὺ δὲν σβήνει, [ὅπου τὸ σκουλῆκι τους δὲν πεθαίνει καὶ ἡ φωτιὰ δὲν σβήνει]. Καὶ ἐὰν τὸ πόδι σου σὲ σκανδαλίζῃ, κόψε το· εἶναι καλύτερα νὰ μπῆς εἰς τὴν ζωὴν χωλὸς παρὰ νὰ ἔχῃς δύο πόδια καὶ νὰ ριφθῇς εἰς τὴν γέεναν, εἰς τὴν φωτιὰ, ποὺ δὲν σβήνει, [ὅπου τὸ σκουλῆκι τους δὲν πεθαίνει καὶ ἡ φωτιὰ δὲν σβήνει]. Καὶ ἐὰν τὸ μάτι σου σὲ σκανδαλίζῃ, βγάλε το· εἶναι καλύτερα νὰ μπῆς μονόφθαλμος εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ παρὰ νὰ ἔχῃς δύο μάτια καὶ νὰ ριφθῇς εἰς τὴν γέεναν, ὅπου τὸ σκουλῆκι τους δὲν πεθαίνει καὶ ἡ φωτιὰ δὲν σβήνει. Διότι ὁ καθένας μὲ τὴν φωτιὰ θὰ ἁλατισθῇ ὅπως κάθε θυσία μὲ τὸ ἀλάτι θὰ ἁλατισθῇ.

Τὸ ἁλάτι εἶναι καλὸ. Ἐὰν ὅμως τὸ ἁλάτι γίνῃ ἀνάλατο, μὲ τί θὰ τὸ ἀρτύσετε; Διατηρεῖτε μέσα σας ἁλάτι καὶ ἔχετε εἰρήνη μεταξύ σας».

Καὶ ἔφυγε ἀπ’ ἐκεῖ καὶ ἦλθε εἰς τὰ σύνορα τῆς Ἰουδαίας καὶ πέραν ἀπὸ τὸν Ἰορδάνην. Καὶ βαδίζει μαζί του πάλιν πολὺς κόσμος, καί, ὅπως συνήθιζε, πάλιν τοὺς ἐδίδασκε.