Ἅγιοι Φαύστα, Εὐϊλάσιος καὶ Μάξιμος οἱ Μάρτυρες (6 Φεβρουαρίου)

Agia Favsta7 Ἁγία Μάρτυς Φαύστα καταγόταν ἀπό τήν Κύζικο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί ἦταν θυγατέρα πλούσιων καί εὐσεβῶν γονέων. Ἔμεινε ὀρφανή σέ μικρή ἡλικία, ἔχοντας κληρονομήσει τήν τεράστια περιουσία τῶν γονέων της. Ὅμως οὔτε τό νεαρό τῆς ἡλικίας της, οὔτε ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου της κυρίευσαν τό νοῦ καί τήν καρδιά της. Ἡ Χριστιανική ἀνατροφή πού εἶχε ἀπό τούς μακαριστούς γονεῖς της ἦταν βαθιά χαραγμένη στήν ψυχή της. Ἔμεινε λοιπόν στήν εὐσέβεια τῶν γονέων της καί ἐξακολουθοῦσε νά προσεύχεται στόν Θεό μέ τήν ἴδια καί μεγαλύτερη μάλιστα ἀγάπη καί ἀφοσίωση, τήν στιγμή πού εἶχε χάσει τούς φιλόστοργους προστάτες της.
Κατά τό ἔτος 299 μ.Χ., ἐπί αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.), ἡ Ἁγία Φαύστα προσκλήθηκε ἀπό τόν ἐπιφανή Συγκλητικό Εὐϊλάσιο, ἐκπρόσωπο τοῦ ἡγεμόνα, νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη της στόν Χριστό καί νά θυσιάσει στούς θεούς τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἡ Ἁγία ὅμως ἀρνήθηκε. Ὁ Εὐϊλάσιος, πού ἦταν γέροντας στήν ἡλικία, προσπάθησε νά πείσει τήν Ἁγία ὅτι πίστευε σέ ἀνόητη πίστη ἀλλά ἐκείνη, ἔχουσα καλά καί ἀσφαλή διδάγματα, φωτιζόμενη δέ καί ἀπό τό Πανάγιο Πνεῦμα, ἀνέλυσε τά δόγματα τῆς πίστεώς μας καί τοῦ ἔδωσε θαυμαστές ἀπαντήσεις.

Ὅταν ἄρχισαν τά βασανιστήρια, ἡ Ἁγία τά ὑπέμεινε μέ τόση καρτερία, ὥστε ὁ Εὐϊλάσιος, στήν ψυχή τοῦ ὁποίου ὑπῆρχαν εὐγενῆ σπέρματα, θαύμασε τήν Μάρτυρα καί αἰσθάνθηκε μεγάλη ἐντύπωση ἀπό τούς καρπούς τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, ἡ ὁποία χάριζε στήν Ἁγία τόση ἀλύγιστη σταθερότητα ἑνωμένη μέ τά πλέον φιλάδελφα αἰσθήματα ἀκόμη καί γιά τούς διῶκτες της. Ἡ δέ κατάπληξή του κορυφώθηκε ὅταν ἡ Ἁγία, πού τήν ἔριξαν στή φωτιά, ἔμεινε ἄθικτη καί ἀβλαβής μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Πρό τοῦ θαύματος αὐτοῦ ὁ Εὐϊλάσιος αἰσθάνθηκε νά γκρεμίζεται μέσα του ὁ εἰδωλολάτρης. Διέταξε, λοιπόν, νά ὁδηγήσουν ἐνώπιόν του τήν Ἁγία, τήν προσέβλεψε μέ σεβασμό καί εὐλάβεια καί τήν ρώτησε, μέ ἀνοικτή καρδιά καί πνεῦμα πρόθυμο γιά τήν ὑποδοχή τῆς ἀλήθειας, περί τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Τά λόγια τῆς Ἁγίας ἄγγιξαν τήν καρδιά τοῦ γέροντος συγκλητικοῦ, ὁ ὁποῖος αἰσθάνθηκε βαθιά κατάνυξη καί ἀπέλυσε ἐλεύθερη τήν Ἁγία.
Ἡ εἴδηση αὐτή ἐξόργισε τόν ἔπαρχο Μάξιμο. Ἀμέσως κάλεσε τόν Εὐϊλάσιο καί τόν ἐπέπληξε ἔντονα γιά τήν στάση του καί τήν ἀφέλειά του. Ὁ Εὐϊλάσιος, ἀτάραχος πρός τίς ὕβρεις, τοῦ διηγήθηκε τήν ἱστορία τῶν βασάνων τῆς Μάρτυρος καί τό θαῦμα τῆς διασώσεώς της καί τοῦ ἐξέφρασε τούς λόγους, γιά τούς ὁποίους ἔκρινε ὅτι ἡ ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός. Τότε ὁ ἔπαρχος ὑπέβαλε τόν Εὐϊλάσιο καί τήν Ἁγία Φαύστα σέ φρικώδη βασανιστήρια, τά ὁποία οἱ δύο Μάρτυρες ὑπέμειναν μέ πνευματική ἀνδρεία. Καί ὁ Θεός ἔκανε πάλι τό θαῦμα του. Ὁ ἔπαρχος Μάξιμος, μπροστά στά γενόμενα, ὁμολόγησε τόν Χριστό καί μέ συντριβή καρδιᾶς καί ταπείνωση γονάτισε μπροστά στήν Ἁγία ζητώντας συγχώρεση. Τό γεγονός αὐτό ἀντήχησε σέ ὅλη τήν Κύζικο. Ἡ εἴδηση δέν ἄργησε νά φτάσει καί στόν αὐτοκράτορα Διοκλητιανό (284 – 305 μ.Χ.). Κατά προσταγή του θανατώθηκαν καί οἱ τρεῖς Ἅγιοι, πού δέχθηκαν μέ χαρά τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου καί τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx