Ὅσιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης (4 Μαρτίου)

15 Ὅσιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης γεννήθηκε στή Λυκία τόν 5ο αἰῶνα μ.Χ., ἀπό εὐσεβεῖς καί ταπεινούς γονεῖς καί ἐκ βρέφους ἀφιερώθηκε στόν Θεό. Σέ νεαρή ἡλικία ἀσπάσθηκε τήν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν παρασυρόμενος ἀπό τούς ὀπαδούς τοῦ αἱρετικοῦ ψευδοπατριάρχου Θεοδοσίου, φανατικοῦ μονοφυσίτου Αἰγυπτίου μοναχοῦ, ὁ ὁποῖος κατά τήν ἀπουσία τοῦ Πατριάρχου Ἰουβεναλίου (422 – 453 μ.Χ.), βοηθούμενος καί ὑπό τῆς βασιλίσσης Εὐδοκίας, κατόρθωσε νά καταλάβει τόν πατριαρχικό θρόνο τῶν Ἱεροσολύμων καί νά προβεῖ σέ ἀνεκδιήγητες σκληρότητες ἐπί εἴκοσι μῆνες (451 – 453 μ.Χ.). Ἀκόμη καί αὐτός ὁ πανίερος ναός τῆς Ἀναστάσεως ἔγινε θέατρο ἀπερίγραπτων σκηνῶν καί ἐπί πλέον ἡ ταραχή ἐξαπλώθηκε ἀνά τήν Παλαιστίνη.
Οἱ Μονοφυσίτες δέν παραδέχονται ὅτι στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἑνωθεῖ ἡ Θεία καί ἡ ἀνθρώπινη φύση «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως καί ἀδιαιρέτως», ἀλλά ἰσχυρίζονται, ὅτι ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη φύση Του καί ἑπομένως ὁ Χριστός ἔχει μόνο μία φύση.
Γρήγορα ὅμως ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κατάλαβε τό λάθος του, ἐπειδή ἦταν ἄνθρωπος μέ καλή προαίρεση καί ταπεινό φρόνημα. Εἶχε τήν καλή συνήθεια νά ἐπισκέπτεται καί νά συμβουλεύεται γιά πνευματικά θέματα ἁγιασμένους ἀνθρώπους. Ἀπό ἕναν λόγιο ἀσκητή, πού ὀνομαζόταν Εὐθύμιος καί ἀσκήτευε στήν ἔρημο τοῦ Ρουβᾶ, διδάχθηκε τήν ἀλήθεια γιά τίς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, κατάλαβε τό λάθος του καί ἐπέστρεψε καί πάλι στήν Ἐκκλησία.
Στή συνέχεια ἐκάρη, τό ἔτος 451 μ.Χ., μοναχός στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη, ὅπου ἀσκήθηκε μέ ἡσυχία. Ἀργότερα, ὅταν συγκεντρώθηκαν γύρω του πολλοί μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν τή φωτισμένη καθοδήγησή του, ἵδρυσε κοινοβιακή μονή κοντά στήν πόλη Βαϊθαγλά.
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἦταν αὐστηρός, ἀλλά μόνο στόν ἑαυτό του. Στούς ἄλλους ἦταν εὐπροσήγορος καί ἐπιεικής. Ἔτρωγε λίγο, ὅσο χρειαζόταν γιά νά συντηρεῖται στή ζωή καί κοιμόταν, ἐπίσης, πολύ λίγο. Μάλιστα δίδασκε ὅτι ὅποιος θέλει νά ζήσει περισσότερο πρέπει νά κοιμᾶται λιγότερο, διότι ὁ πολύς ὕπνος κάνει τό σῶμα τρυφηλό καί ἄρα ἀνίσχυρο στούς κόπους καί εὐάλωτο στίς ἀσθένειες.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Ὁσίου Γερασίμου γιά τόν ὕπνο εἶναι οὐσιαστικά λόγος γιά τήν ἄσκηση. Μέ τόν περιορισμό τοῦ ὕπνου καί μέ τήν ἐγκράτεια, συνηθίζει ἡ σάρκα (τό σαρκικό φρόνημα) νά ὑποτάσσεται στό πνεῦμα. Μέ τήν ἄσκηση καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἰδίως μέ τή μονολόγιστη εὐχή, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με», ὁ νοῦς συγκεντρώνεται στό χῶρο τῆς καρδιᾶς, πού εἶναι ἡ φυσική του θέση καί ἀποκτᾶ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ.
Τόσο πολύ ἀπέκτησε τήν οἰκείωση πρός τόν Θεό ὁ Ὅσιος Γεράσιμος καί προστάτεψε τό «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν» τῶν Ἁγίων, ὥστε δάμασε καί τά ἄγρια θηρία καί ἔκανε πολλά θαύματα. Ἀπέκτησε μάλιστα ὑπηρέτη καί ἕναν ὄνο, γιά νά μεταφέρει νερό, καθώς τό νερό ἀπεῖχε μακριά ἀπό αὐτόν. Κάποτε, ἕνα λιοντάρι, ἔχοντας πληγωμένο ἀπό ἕνα ξύλο τό μάτι του, κατέβηκε ἀπό τό βουνό καί κατέφυγε στόν Ὅσιο. Ἐκεῖνος, ἀφοῦ τό ἔκανε καλά, τοῦ ὅρισε νά ὁδηγεῖ πλέον τόν ἴδιο τόν ὄνο κατά τήν βοσκή του καί τή μεταφορά τοῦ νεροῦ. Κάποια φορά, καί ἐνῷ τό λιοντάρι κοιμόταν, ἔμποροι πού περνοῦσαν πῆραν τόν ὄνο. Καί ἐπειδή ὁ Ὅσιος ὑποπτεύθηκε ὅτι τό λιοντάρι ἔφαγε τόν ὄνο, τό καταδίκασε ἐκεῖνο τώρα νά μεταφέρει τό νερό. Ὥσπου μία μέρα, ὅταν ξαναπέρασαν οἱ ἔμποροι ἀπό τό ἴδιο σημεῖο, τό λιοντάρι ἀναγνώρισε τόν κλεμμένο ὄνο καί τόν ἐπέστρεψε σῶο στόν Ὅσιο. Ἐκεῖνος τότε τό ἀπάλλαξε ἀπό τό ἔργο αὐτό καί τό ἄφησε νά γυρίσει στό βουνό. Καί ὅταν ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό λιοντάρι ᾖρθε καί πέθανε πάνω στόν τάφο του.
Ὅταν στίς 19 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 473 μ.Χ. κοιμήθηκε ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Μέγας, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος εἶδε σέ ὅραμα, κατά τήν στιγμή πού προσευχόταν στή Λαύρα, τό τέλος τοῦ Ὁσίου. Αὐτό ἀναφέρεται στή διήγηση τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ τοῦ Ἀναχωρητοῦ, ὁ ὁποῖος συνόδευσε τόν Ὅσιο Γεράσιμο στήν κηδεία τοῦ μεγάλου Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας.
Δύο χρόνια μετά τό τέλος τοῦ Ὁσίου Εὐθυμίου, τό ἔτος 475 μ.Χ., ἐπί Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἀναστασίου Α’ (458 – 478 μ.Χ.), ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Τήν διαδοχή τῆς Λαύρας ἀνέθεσε στούς συνασκητές αὐτοῦ Στέφανο καί Βασίλειο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς ἐρήμου οἰκήτωρ, Ἀσκητῶν ἀκροθίνιον, καί ἀγγελικῆς πολιτείας ἀναδέδειξαι ἔσοπτρον, τοῦ Πνεύματος τῇ αἴγλῃ λαμπρυνθείς, Γεράσιμε Ὁσίων καλλονή· διά τοῦτο θεραπεύεις διαπαντός, τούς πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος, ἀκολουθήσας πιστῶς, ζωήν τήν ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, Γεράσιμε Ὅσιε· σύ γάρ ἐν Ἰορδάνου, διαλάμψας τῇ χώρᾳ, θῆρα καθυποτάσσεις, τῇ στερρᾷ σου ἀσκήσει· Χριστός γάρ ὃν ἐδόξασας, λαμπρῶς σε ἐθαυμάστωσε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστήρ οὐράνιος ἐξανάτειλας, ἱερῶς ἐφαίδρυνας, τῶν ἀρετῶν σου τῷ φωτί, τοῦ Ἰορδάνου τήν ἔρημον, Ὅσιε Πάτερ, θεόφρον Γεράσιμε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ἀγγέλων ὁ μιμητής, καί τῶν Μοναζόντων, γνώμων θεῖος καί ὁδηγός· χαίροις ἀπαθείας, τό φωτοφόρον σέλας, Γεράσιμε παμμάκαρ, Ὁσίων καύχημα.