Ἅγιος Ἰὼβ ὁ Προφήτης ὁ Δίκαιος (6 Μαΐου)

15 Δίκαιος Ἰώβ καταγόταν ἀπό τή χώρα Αὐσίτιδα πού βρισκόταν μεταξύ τῆς Ἰουδαίας καί τῆς Ἀραβίας καί ἦταν υἱός τοῦ Ζαρέθ καί τῆς Βασώρας. Προφήτης ἐπί σαράντα χρόνια, ἄκμασε περί τό 1900 π.Χ. (κατ’ ἄλλους τό 1400 π.Χ.). Παρά τά μυθώδη πλούτη του ἦταν θεοσεβής, δίκαιος, εὐθύς καί ἄμεμπτος. Κατά παραχώρηση Θεοῦ, γιά νά τόν δοκιμάσει, ἐπειράσθηκε ἀπό τόν σατανά καί ἀπώλεσε πλοῦτο καί κάθε ἀγαπημένο του πρόσωπο, πλήν τῆς συζύγου του, αὐτός δέ ὁ ἴδιος προσβλήθηκε ἀπό βαρύτατη μορφή λέπρας. Λόγω αὐτοῦ ἐξῆλθε τῆς πόλεως καί διερχόταν τό ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μέσα σέ σπήλαιο, προσευχόμενος καί ξύνοντας τίς πληγές του γιά ἀνακούφιση. Οὔτε οἱ παροτρύνσεις τῆς συζύγου καί τῶν φίλων του στάθηκαν ἱκανές νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό. Ὅταν δέ τόν ἐπισκέφθηκε ἡ σύζυγός του καί πλήρης θυμοῦ τοῦ εἶπε: «Μέχρι πότε θά ὑπομένεις λέγοντας: ἰδού, θά περιμένω λίγο ἀκόμη χρόνο καί ἐλπίζω, ὅτι θά ἀπαλλαγῶ τῆς καταστάσεώς μου; Ἰδού ἡ μνήμη σου ἐξέλιπε ἀπό τή γῆ, διότι οἱ υἱοί καί οἱ θυγατέρες σου, οἱ ἐπώδυνοι αὐτοί καρποί τῆς κοιλίας μου, ἐξαφανίσθηκαν.

Μάταια κοπίασα, γιά νά τούς μεγαλώσω. Ἐσύ δέ ὁ ἴδιος κάθεσαι ἐπάνω σέ σάπια ἀπορρίμματα σκωληκοβριθῆ διερχόμενος ὄχι μόνο τίς ἡμέρες ἀλλά καί τίς νύχτες στό ὕπαιθρο. Ἐγώ δέ περιπλανιέμαι ὡς μία ὑπηρέτρια μεταβαίνουσα ἀπό τόν ἕνα τόπο στόν ἄλλον καί ἀπό τή μία οἰκία στήν ἄλλη καί περιμένω πότε νά δύσει ὁ ἥλιος, γιά νά ἀναπαυθῶ ἀπό τούς σωματικούς κόπους καί ψυχικές ὀδύνες, οἱ ὁποῖες σήμερα μέ περισφίγγουν. Πές, λοιπόν, λόγο κατά τοῦ Κυρίου καί πέθανε», αὐτός, ἀφοῦ ἄκουσε μέ τή συνήθη πραότητα τούς πικρούς αὐτούς λόγους τῆς συζύγου του, μέ μεγάλη θλίψη ἀπάντησε πρός αὐτήν: «Διατί ὁμίλησες ἔτσι ὡς μία ἀπό τίς ἄφρονες γυναῖκες;

Ἀφοῦ δέχθηκες τίς τόσες καλές δωρεές ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ, δέν θά ὑπομείνουμε καί τίς συμφορές;», παραμένοντας ἔτσι καί πάλι θεοσεβής καί ἄμεμπτος. Μόνο πρός στιγμήν, ὅταν τόν ἐπισκέφθηκαν οἱ τρεῖς φίλοι του Ἐλιφάζ, βασιλέας τῶν Θαιμανῶν, Βαλδάδ, τύραννος τῶν Σαυχέων καί Σαφάρ, βασιλέας τῶν Μιναίων, οἱ ὁποῖοι παρέμειναν σιωπηλοί, ἀφοῦ τόν συντρόφευαν ἐπί ἑπτά ἡμέρες, τό ἠθικό τοῦ Ἰώβ κλονίσθηκε, ἀλλά ἀμέσως, διαμέσου τῆς βαθιᾶς πίστεώς του, ἀνέκτησε καί πάλι αὐτό.
Μετά ἑπταετή ὑπομονή τῆς ὑπεράνθρωπης αὐτῆς δοκιμασίας, ὁ Θεός ἀνταμείβοντας τόν Ἰώβ, ἔδωσε σέ αὐτόν πάλι ὅλα τά ἀπολεσθέντα ἀγαθά καί τά προσφιλή του πρόσωπα. Ἔζησε, μετά τή δοκιμασία του, ἐπί ἑκατόν σαράντα ἔτη καί σέ ἡλικία διακοσίων σαράντα ἐτῶν, περί τό 1650 π.Χ., κοιμήθηκε μέ εἰρήνη ἀποτελώντας ὑπόδειγμα ὑπομονῆς καί προσκαρτερίας. Οἱ ἄθλοι του περιγράφονται ἐκτενῶς στό ὁμώνυμο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς τῆς ἀνδρείας ἀκαθαίρετος πύργος, τάς τοῦ Βελίαρ ἀπεκρούσω ἐφόδους, καί ἀκλινής διέμεινας σοφέ ἐν πειρασμοῖς· ὅθεν χαρακτῆρά σε, ἀρραγοῦς καρτερίας, καί λαμπρόν ὑπόδειγμα, ἀρετῶν οὐρανίων, ἡ Ἐκκλησία μέλπει σε Ἰώβ, λαμπρυνομένη, τοῖς σοῖς προτερήμασι.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχάς τῆς φύσεως.
Ὡς ἀληθής καί δίκαιος, θεοσεβής καί ἄμεμπτος, ἡγιασμένος τε ὤφθης πανένδοξε, Θεοῦ θεράπον γνήσιε, καί ἐδίδαξας κόσμον, ἐν τῇ σῇ καρτερίᾳ Ἰώβ πολύαθλε· ὅθεν πάντες τιμῶντες, ὑμνοῦμέν σου τό μνημόσυνον.

Μεγαλυνάριον.
Τύπος ἐκπαιδεύων πρός ἀρετήν, ἐν παντί τῷ βίῳ, σύ ὑπάρχεις Πάτερ Ἰώβ· ἐν γάρ ἀπορίᾳ, καί πλούτου δαψιλείᾳ, θεράπων ἀνεδείχθης, τοῦ Λόγου δόκιμος.