Λίγα βιογραφικά για το Γέροντα Πορφύριο
Ο αείμνηστος πατήρ Πορφύριος γεννήθηκε το 1906 στον Άγιο Ιωάννη Καρυστίας Ευβοίας και δώδεκα περίπου χρονών πήγε στο Άγιο Όρος, όπου ασκήτεψε γύρω στα επτά χρόνια. Τότε αρρώστησε βαρειά και οι γεροντάδες του τον στείλανε σε μοναστήρι στον κόσμο. Εκεί τον γνώρισε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Σινά Πορφύριος ο Γ’, ο οποίος αφού διαπίστωσε την αρετή του και τα θεία χαρίσματα, που από τόσο νωρίς του είχε δώσει ο Θεός, τον χειροτόνησε ιερέα σε ηλικία είκοσι ετών.
Ως ιερέας ο πατήρ Πορφύριος έμεινε μέχρι το 1940 σε μοναστήρια της Ευβοίας. Το 1940 διορίστηκε εφημέριος στην εκκλησία του Αγίου Γερασίμου στην Πολυκλινική Αθηνών, δίπλα στην Ομόνοια(οδός Σωκράτους και Πειραιώς), όπου υπηρέτησε 33 χρόνια. Μετά τη συνταξιοδότηση του λειτουργούσε και εξομολογούσε στο αρχαίο ερημικό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου Καλλισίων Πεντέλης μέχρι το 1978, οπότε έπαθε έμφραγμα. Αρκετούς μήνες μετά το έμφραγμα έμεινε σε φιλικά σπίτια στην Αθήνα και το 1979 εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι, όπου έκτισε το μεγάλο μετόχι του Ησυχαστηρίου η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος. Προς τις αρχές του καλοκαιριού του 1991 έφυγε για το Άγιο Όρος, όπου διατηρούσε κελλί από το 1984. Στις 2 Δεκεμβρίου εκοιμήθη εν Κυρίω στο κελλί του στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου και ετάφη την επομένη απλά και αθόρυβα, όπως επιθυμούσε.
Η εμβέλεια της προσευχής του Παππούλη
Είχα, παιδί μου , Ανάργυρε, μου είπε ο Παππούλης μια ημέρα, έναν πολύ καλό μου φίλο ιερομόναχο, ο οποίος έλαβε εντολή να πάει στην Αμερική να κηρύξει τον λόγο του Θεού. Στεναχωρηθήκαμε και οι δυο γι’ αυτόν τον χωρισμό. Όμως η αρχιεπισκοπή ήταν ανένδοτη. Έπρεπε να φύγει αμέσως. Έτσι και έγινε.
Την ημέρα που αποχαιρετιστήκαμε, δώσαμε υπόσχεση, ενώπιον του Θεού, ο ένας να προσεύχεται, για τον άλλον σε όλη μας την ζωή. Από την πρώτη κι’όλας βραδιά, εγώ άρχισα να προσεύχομαι για τον φίλο μου. Και εκείνος μου έγραφε ότι έκανε το ίδιο για μένα. Όμως, στα επόμενα γράμματα του, έκανε λόγο για τρομερές δονήσεις, που αισθανόταν κατά την ώρα του ύπνου. Νόμιζε πως ηλεκτρονικό ρεύμα, μεγάλης εντάσεως, διαπερνούσε το σώμα του από τα νύχια ως την κορυφή. Ήταν Δε τόσο μεγάλη η ένταση αυτή, ώστε δεν τον άφηνε να κοιμηθεί. Το φαινόμενο αυτό παρουσιάζετο κάθε βράδυ και ο ύπνος του είχε γίνει δύσκολος. Στην αρχή υπέθεσε, ότι οι ταραχές αυτές οφείλονταν στις κλιματολογικές διαφορές, που υφίστανται μεταξύ του κλίματος της χώρας μας και της Αμερικής. Αλλά, όταν είδε, ότι, προϊόντος του χρόνου, αντί να μειώνονται αύξαναν, άρχισε να ανησυχεί. Γι’ αυτό αναγκάστηκε να ενημερώσει τηλεφωνικώς τον Παππούλη και να ζητήσει την γνώμη του. Ο Παππούλης, όμως τον καθησύχασε αμέσως. Δεν είναι τίποτα του είπε. Απλώς ξέχασες την υπόσχεση που δώσαμε, όταν χωρίσαμε, ότι ο ένας θα προσεύχεται για τον άλλο. Τι ώρα αισθάνεσαι αυτά που μου λές; Τον ρώτησε. Και εκείνος του απάντησε.: Το βράδυ που κοιμάμαι την τάδε ώρα. Ε, εσείς αυτήν την ώρα που εσείς έχετε νύχτα εκεί, εμείς εδώ έχουμε πρωί και είναι η ώρα που εγώ προσεύχομαι για σένα. Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Θεού, που κάνει την προσευχή μου να φθάνει μέχρις στην Αμερική! Κάνε και εσύ το ίδιο για μένα γιατί είμαι αμαρτωλός, του είπε και έκλεισαν το τηλέφωνο.
Εδώ πρέπει να πούμε, απαντώντας στους αναγνώστες που τυχόν διερωτηθούν γιατί είχε αυτό το ενοχλητικό για τον ιερομόναχο αποτέλεσμα η προσευχή του Παππούλη, ότι, όπως φαίνεται από τα ίδια τα λεγόμενα του Γέροντος, η ενόχληση, που αισθάνθηκε ο ιερομόναχος στην Αμερική οφειλόταν στο ότι είχε ξεχάσει να προσεύχεται την ώρα που είχαν συμφωνήσει. Προφανώς αυτό δεν θα συνέβαινε αν ο ιερομόναχος εκείνη την ώρα συμπροσευχόταν με τον Γέροντα. Πρέπει, όμως να προσθέσουμε και κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό που ακούσαμε και διασταυρώσαμε την αλήθεια του. Μια νύχτα ο ιερομόναχος αυτός αισθάνθηκε να κρυώνει και ξύπνησε και βρήκε την πόρτα του δωματίου του ανοιχτή. Παραξενεύτηκε γιατί ήταν βέβαιος ότι την είχε κλείσει, όπως συνήθιζε και, αφού την ξαναέκλεισε, ξανακοιμήθηκε. Όταν μετά από μερικές μέρες τηλεφωνήθηκε με τον παππούλη, ο παππούλης του είπε ότι πάει και τον βλέπει που κοιμάται και δεν προσεύχεται. Ο ιερομόναχος δυσπίστησε, σκεπτόμενος ότι ήταν αδύνατο να πηγαίνει ο παππούλης στην Αμερική να τον βλέπει και τότε ο παππούλης του είπε απλά: Ναι, ήρθα και σε είδα και σου άφησα και την πόρτα ανοικτή.(!) Ο ιερομόναχος βέβαια έμεινε εμβρόντητος, σαν να τον κτύπησε κεραυνός. Μέγας είσαι Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου! Ποιος μπορούσε πια να αμφισβητήσει τα λεγόμενα του παππούλη;
Σχετικά με την προσευχή του Παππούλη έχουμε ακούσει από πολλές ψυχές ότι αισθανόντουσαν την προσευχή του γι’ αυτές ως γαλήνη και παραμυθία, ως ανακούφιση και χαρά, ως ένα αίσθημα μακαριότητας και ειρήνης, κάτι που έδιωχνε κάθε στεναχώρια, κάθε άγχος, κάτι που δημιουργούσε αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς και διάθεσης προσευχής και δοξολογίας του Θεού. Μια μάλιστα κυρία (Χ.Χ.) που είχε πρόσφατα χηρέψει, διηγείται στο βιβλίο του Κλ. Ιωαννίδη «Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, μαρτυρίες και εμπειρίες» που κυκλοφορεί σε πέμπτη έκδοση, ότι το απόγευμα της ίδιας μέρας, που ανακοίνωσε στο Γέροντα το θάνατο της συζύγου της, ενώ βρισκόταν στο σπίτι της ένιωσε ξαφνικά να φεύγει όλο το βάρος από την ψυχή της και ν’ αναβλύζει από μέσα της μια χαρά, τόσο που σταυροκοπήθηκε και είπε: «Θεέ μου είναι λογική αυτή η αντίδραση μου;» Συνεχίζει Δε ότι μετά έμαθε -και διασταύρωσε αυτήν την πληροφορία –ότι εκείνη ακριβώς την ώρα, που αισθανόταν έτσι, ο Γέρων Πορφύριος προσευχόταν γι’ αυτήν.
Μια άλλη κυρία διηγήθηκε σε αξιόπιστο πρόσωπο, από το οποίο εμείς το ακούσαμε, ότι, όταν παρακάλεσε το Γέροντα Πορφύριο να τη βοηθήσει για κάποιο πρόβλημα της, της υπέδειξε να κάνουν μαζί προσευχή στις 10 το βράδυ. Όταν Δε αυτή του είπε αυτήν την ώρα δεν μπορεί, γιατί η οικογένεια την απασχολεί, της πρότεινε να συμπροσεύχονται (αυτή βέβαια από το σπίτι της) στις 4 το πρωί. Κι όταν του είπε ότι αυτήν την ώρα δυσκολεύεται να ξυπνήσει και ότι δεν μπορεί να βάλει ξυπνητήρι, γιατί θα ενοχλήσει την οικογένεια, της είπε ότι θα πηγαίνει αυτός να την ξυπνάει. Πράγματι, λοιπόν, όπως είπε, κάθε πρωί στις 4 η ώρα αισθανόταν ένα ελαφρύ άγγιγμα ή σκούντημα στον ώμο και καταλάβαινε ότι ήταν η ειδοποίηση του Γέροντος. Ήταν μια ευχάριστη ειδοποίηση, χωρίς ταραχή η ενόχληση.
Ένας άλλος φίλος μας αφηγήθηκε ότι, όταν το βράδυ ο Γέροντας προσηύχετο γι’ αυτόν, αισθανόταν, μερικές φορές, ένα αίσθημα ειρήνης ψυχικής και ελαφρότητας σωματικής, σαν να ήθελε το σώμα του να σηκωθεί από το κρεβάτι, χωρίς όμως να μετακινείται πραγματικά.
Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση που είχε αφηγηθεί σε ένα φίλο μας ο ίδιος ο Γέροντας, κάποιου που χρωστούσε χρήματα, και για τον οποίο προσευχήθηκε ο Γέροντας, κατόπιν παρακλήσεως του δικαιούχου, να τον φωτίσει ο Θεός να τα επιστρέψει. Αυτός, μη θέλοντας να πληρώσει το χρέος του, ενοχλήθηκε από την προσευχή του Γέροντος και του ζήτησε να παύσει να προσεύχεται γι’ αυτόν. Εδώ όμως πρόκειται για τύψεις συνειδήσεως, που ξεσηκώθηκαν από την υπόμνηση της κατακρατήσεως των ξένων χρημάτων.
Έτσι φαίνεται ότι σε σπάνιες περιπτώσεις εκείνος για τον οποίο ο Γέροντας προσευχόταν, αισθανόταν κάποια ενόχληση, κάτι σαν έντονη υπόμνηση. Αυτό βέβαια συνέβαινε όταν εκείνος δεν είχε κάνει κάτι που έπρεπε να είχε κάνει.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας.
Δεν πέρασε ούτε ένα 20ήμερο και ο Παππούλης πήρε άλλο τηλεφώνημα από τον φίλο του ιερομόναχο, ο οποίος, ούτε λίγο, ούτε πολύ, τον θερμοπαρακαλούσε να πάψει να προσεύχεται γι’ αυτόν, γιατί τον άφηνε άυπνο και δεν μπορεί την ημέρα να εργαστεί και κινδυνεύει να θεωρηθεί από την εκεί Εκκλησία, σαν ράθυμος και αδιάφορος. Ο παππούλης του το υποσχέθηκε και πράγματι, έπαψε να προσεύχεται γι’ αυτόν και εκείνος, όπως είπε στον Παππούλη, δεν ξανααισθάνθηκε ποτέ πια τα αποτελέσματα της δυνάμεως της προσευχής του Παππούλη, η εμβέλεια της οποίας έφτασε μέχρι την Αμερική!
Πρέπει να ξανακάνουμε όμως παρέκβαση για να αποσαφηνίσουμε το θέμα ώστε να μη δημιουργηθεί καμμιά παρεξήγηση.
Εδώ κρύβεται ένα μεγάλο μυστήριο που χρειάζεται μεγάλη ανάπτυξη. Είναι το μυστήριο του κόπου που αναπαύει και της ανέσεως που καταστρέφει. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια ενός ασκητού από το Γεροντικό. «Απέρχομαι όπου εστί κόπος και εκεί βρίσκω ανάπαυσιν» δηλαδή πηγαίνω εκεί όπου υπάρχει κόπος και εκεί βρίσκω ξεκούραση. (Αββάς Ποιμήν, μδ΄, Γεροντικόν, επιμέλεια Π.Β. Πάσχου, εκδ. Αστήρ, σελ. 87). Και ο Αββάς Ισαάκ γράφει: «Ο Θεός και οι άγγελοι αυτού εν ανάγκαις χαίρουσι, ο Δε διάβολος και οι εργάται αυτού εν αναπαύσει». Και αλλού: «Ουδείς μετ’ ανέσεως ανήλθεν εις τους ουρανούς». Είναι όπως ο αθλητής που θέλει να νικήσει στους αγώνες. Αρέσκεται στον κόπο των προπονήσεων, γιατί αποβλέπει στο βραβείο της νίκης. Ο Γέροντας το ήξερε αυτό εκ πείρας και από αγάπη, ήθελε να οδηγήσει και το φίλο του τον ιερομόναχο στην ουράνια ανάπαυση, που περνάει μέσα από τον πρόσκαιρο κόπο. Του υπενθύμιζε λοιπόν οχληρά την ώρα της προσευχής, σαν να του έλεγε: Άφησε καημένε τον ύπνο και έλα να προσευχηθούμε μαζί, όπως έχουμε συμφωνήσει και θα μπεις στα μυστήρια του Θεού και θα νιώσεις μια άλλου είδους ανάπαυση. Βέβαια ο ιερομόναχος εκείνος ανθρώπινα σκεπτόμενος, υπολόγιζε ότι για να εργαστεί την άλλη ημέρα, έπρεπε να είναι ξεκούραστος. Το μυστικό του Γέροντος όμως ήταν ότι όταν κατέλθει η Χάρις, δεν μετράει η κούραση. Ίσως μάλιστα ο μεγαλύτερος κόπος που γίνεται από θείο έρωτα, από αγάπη προς τον δεσπότη Χριστό, προσελκύει περισσότερη χάρη, και έτσι ο αγρυπνήσας την νύχτα στην προσευχή, μπορεί την άλλη μέρα, παρά τη σωματική κούραση του, να εργαστεί καλύτερα μέσα στην εκκλησία για τους συνανθρώπους του. Γιατί θα εργάζεται μαζί του η θεία Χάρις. Ενώ όταν είναι ξεκούραστος στο σώμα και χορτάτος στον ύπνο, θα εργάζεται μόνο με τις δικές του πτωχές δυνάμεις. Εφ’ όσον λοιπόν ο ιερομόναχος αυτός δεν «έπιασε» το μήνυμα του Παππούλη και προτίμησε, με την ανθρώπινη λογική του την αντίθετη άποψη, μοιάζει σαν τον αθλητή που προτιμά τον ύπνο από την προπόνηση για να είναι τάχα ξεκούραστος και να αποδώσει στους αγώνες. Εν τούτοις ο Θεός δεν εξαναγκάζει κανένα και γι’ αυτό ο Γέροντας, εφ’ όσον δεν έγινε δεκτή η προσφορά του, και παρακλήθηκε «να μην ενοχλεί»,την απέσυρε. Έτσι βέβαια ο ιερομόναχος εκείνος έμεινε τότε μόνος και εργαζόταν ως άνθρωπος. Δεν γνωρίζουμε πως εξελίχτηκε. Ελπίζουμε όμως ότι αργότερα θα κατάλαβε το νόημα της οχλήσεως του Παππούλη και θα επωφελήθηκε απ’ αυτήν.
Όλα τα ανωτέρω υποχρεώθηκε να μου τα διηγηθεί ο Παππούλης, γιατί εκείνο το καλοκαίρι,(πριν από 25 χρόνια περίπου), συνέβη και εγώ να υποστώ… τις ίδιες ταλαιπωρίες, από τις προσευχές του αγαπημένου μου Παππούλη. Ήταν Αύγουστος μήνας θυμάμαι, που αποφασίσαμε με ένα φιλικό μου ζευγάρι, να περάσουμε τις διακοπές μας στην λουτρόπολη της Αιδηψού. Πριν φύγω, πήγα να χαιρετήσω τον Παππούλη μου, όπως έκανα συνήθως, και να πάρω την ευχή του. Παράλληλα τον ρώτησα εάν προβλέπει, πως θα περάσω τις διακοπές. Μου απάντησε ότι θα περάσεις καλά, γιατί εγώ θα προσεύχομαι συνεχώς. Το απόγευμα της ίδιας μέρας βρεθήκαμε στην Αιδηψό και εγκατασταθήκαμε σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο και το ρίξαμε έξω και λησμονήσαμε την προσευχή και όλα εν γένει τα θρησκευτικά μας καθήκοντα. Το βράδυ κοιμήθηκα και αισθάνθηκα να κουνιέται το κρεβάτι μου τόσο δυνατά, που νόμιζα ότι έκανε σεισμό. Ξύπνησα έντρομος και φώναξα δυνατά: σεισμός, σεισμός, ενώ παράλληλα κρατιόμουν από το κρεβάτι, για να μην πέσω κάτω και σκοτωθώ. Παρατήρησα όμως ότι κανείς δεν ξύπνησε από τα διπλανά δωμάτια, αλλά ούτε και από τους άλλους ορόφους. Το γεγονός αυτό με ανησύχησε περισσότερο. Παρέμεινα για πολλή ώρα άυπνος. Όταν ξανακοιμήθηκα, αισθάνθηκα πάλι τα ίδια και επιπλέον αισθανόμουν να διαπερνά το σώμα μου κάτι σαν ηλεκτρικό ρεύμα! Αυτό μου συνέβη πολλές φορές. Το πρωί ρώτησα τον φίλο μου τον γιατρό και την σύζυγό του, εάν κατάλαβαν τους σεισμούς που έγιναν το βράδυ και αυτοί γελούσαν! Τα ίδια συνέβαιναν και τα άλλα βράδια και οι διακοπές μου κατάντησαν σκέτο μαρτύριο. Οπότε, ένα βράδυ βλέπω στον ύπνο μου, ότι ήμουν στην Εκκλησία του αγίου Νικολάου, (μάλλον στα Καλλίσια), και από την εικόνα του Αγίου εκπέμποντο επάνω μου δέσμες εκατομμυρίων πολύχρωμων θεϊκών ακτίνων με υπέρλαμπρο φως και μου προκαλούσαν μια απερίγραπτη θεϊκή αγαλλίαση! Μετά από αυτό το όνειρο, αναγκάστηκα να επικοινωνήσω με τον Παππούλη και του τα έθεσα όλα υπόψη. Μην ανησυχείς, μου λεει. Εγώ σε ταλαιπωρώ με τις προσευχές μου. Ποια ώρα είδες τον Άγιο Νικόλαο στον ύπνο σου; Του είπα την ώρα. Ε, αυτή την ώρα παρακαλούσα τον άγιο για σένα. Να συνεχίσεις τις διακοπές σου, αλλά να μην ξεχνάς να προσεύχεσαι.
Τότε εγώ χαριτολογώντας του είπα: - Παππούλη σας παρακαλώ, εάν θέλετε να συνεχίσω εγώ τις διακοπές μου, πρέπει να σταματήσετε εσείς τις προσευχές σας για μένα. Διαφορετικά, αυτές δεν είναι διακοπές, είναι μαρτύριο…
Ο Παππούλης χαμογέλασε…με αγαθότητα και άπειρη καλοσύνη. Ήθελε και με τον τρόπο αυτό να με οδηγήσει στην πνευματική ζωή. Αλλά εγώ…που να καταλάβω.
Το περιστατικό αυτό μου το υπενθύμισε δυο ώρες πριν φύγει για το τελευταίο του ταξίδι στο Άγιο Όρος και γελάσαμε και οι δυο πολύ δυνατά και με ιδιαίτερη ικανοποίηση. Μακάρι και τώρα να εύχεται, από εκεί που είναι, τόσο έντονα! Θα ήταν για μένα η πιο ευχάριστη ταλαιπωρία…
Το ραντεβού της προσευχής
Ο Παππούλης προσηύχετο πολύ. Και ήθελε και τα δικά του πνευματικά παιδιά να κάνουν το ίδιο. Ιδιαίτερα σε εμένα ήθελε, με κάθε τρόπο, να με πείσει να το κάνω. Γι’ αυτό συνεχώς μου μιλούσε, για την δύναμη της προσευχής. Προσευχή, παιδί μου, Ανάργυρε, έλεγε, σημαίνει συνομιλία με τον ίδιο τον Θεό, που είναι ο Πλάστης, είναι ο Δημιουργός του Σύμπαντος! Είναι Εκείνος που έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωση Του. Είναι Εκείνος που έφτιαξε αυτά που βλέπουμε, αλλά και εκείνα που δεν βλέπουμε με τα ανθρώπινα μάτια μας. Τέλος είναι εκείνος που δεν αρνιέται ποτέ να συνομιλήσει μαζί μα, αρκεί να του το ζητήσουμε εμείς, όποτε θέλουμε και όσες φορές θέλουμε. Δεν πρόκειται να μας πει ποτέ όχι. Αντίθετα, είναι πάντα πρόθυμος να μας ακούσει με προσοχή και με αγάπη όπως κάνει κάθε καλός Πατέρας, όταν του το ζητά το παιδί του. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και να μας δώσει ότι του ζητήσουμε, αρκεί να είναι αυτό που του ζητάμε προς το συμφέρον της ψυχής μας. Αλήθεια αναλογίστηκες ποτέ παιδί μου να συνομιλήσεις έστω και μια φορά με κάποιον από τους σημερινούς άρχοντες της Πατρίδας μας και να έγινε η επιθυμία σου; αν όχι σου συνιστώ να το τολμήσεις. Θα διαπιστώσεις ότι η επιθυμία σου θα παραμείνει απλώς επιθυμία! Ουδέποτε θα δεχτούν να μιλήσουν μαζί σου. Το πολύ-πολύ να σε παραπέμψουν σε κανένα παρακατιανό, για να σε ξεφορτωθούν … Αντίθετα ο Κύριος μας που είναι ο Βασιλεύς των Βασιλέων, δεν πρόκειται ποτέ να σε παραπέμψει σε κανέναν και δεν πρόκειται ποτέ να αρνηθεί να συνομιλήσει μαζί σου, δια της προσευχής και πρόσθεσε: τα καταλαβαίνεις αυτά που σου τα λεω; - Ασφαλώς ναι, Παππούλη μου, του απάντησα. – Και, όμως εμένα κάτι μου λεει, πως δεν θέλεις να τα καταλάβεις. Γιατί, εάν τα καταλάβαινες, θα έκανες πιο πολύ προσευχή. – Μα, προσεύχεστε εσείς για μένα, προσέθεσα. –Και όταν τρώγω εγώ, χορταίνεις εσύ; με ρώτησε! Οπότε με αφόπλισε τελείως! – Άκουσε Ανάργυρε, μου λεει. Θα σου κάνω μια πρόταση, αλλά θέλω εξ αρχής να μου υποσχεθείς, ότι θα την δεχτείς, και θα την τηρήσεις. –σας το υπόσχομαι, Παππούλη. Είμαι έτοιμος να κάνω ότι μου πείτε. –Ε! τότε σου προτείνω να προσευχόμεθα την ίδια ώρα ακριβώς, και οι δυο μαζί. Και ο ένας θα προσεύχεται για τον άλλο.
Συμφωνήσαμε και υποσχεθήκαμε. Καθορίσαμε, μάλιστα και την ώρα της προσευχής. Ήταν η 10 μ.μ. Ο Παππούλης, όπως μου εξήγησε, πίστευε πάρα πολύ σ’ αυτό το είδος της προσευχής. Τα αποτελέσματα, μου έλεγε, της κοινής προσευχής, είναι καταπληκτικά. Θα το διαπιστώσεις και μόνος σου. Θέλω όμως, ακριβώς στις 10 μμ. Να είσαι πιστός στο ραντεβού μας. Να μην παραλείψεις, ούτε μία φορά να τηρήσεις την υπόσχεσή σου. Και εγώ θα κάνω το ίδιο.
Προχωρώντας με τον Παππούλη, φτάσαμε στην αφετηρία των λεωφορείων του Πολυγώνου. Αυτήν την φορά δεν με άφησε να τον ακολουθήσω μέχρι το σπίτι του, όπως συνήθως έκανα. Όχι, μου λέει, δεν θα έρθεις μαζί μου. Θα πας σπίτι σου. Προ ολίγου υποσχεθήκαμε κάτι. Πρέπει να αρχίσεις αμέσως. Από απόψε. Το γοργόν και χάριν έχει. Υπάκουσα. Ο Παππούλης επιβιβάστηκε στο λεωφορείο και εγώ περίμενα την αναχώρηση του. Μόλις ξεκίνησε το λεωφορείο, θυμάμαι καλά, μου χτύπησε το τζάμι και μου είπε: Στις 10 ακριβώς! Νομίζω πως αυτή την στιγμή βλέπω την μορφή του και ακούω την φωνή του! Το πρόσωπο του έλαμπε και ομοίαζε με αγγελικό! Ήταν βέβαια, και κατά 30 χρόνια νεώτερος. Στην πιο δημιουργική ηλικία.
Περίμενα στην αφετηρία μέχρι την στιγμή που το λεωφορείο χάθηκε μέσα στο χάος της απέραντης Αθήνας κουβαλώντας μαζί του και έναν άγνωστο, μέχρι τότε, Άγιο της Εκκλησίας του Δεσπότου χριστού και αμέσως μετά έφυγα τροχάδην για το σπίτι μου, προκειμένου να είμαι απόλυτα συνεπής στο ραντεβού της προσευχής.
Πράγματι! Στις 10 μ.μ. κλείστηκα στο δωμάτιο μου και άρχισα να προσεύχομαι. Όμως, από το πρώτο κιόλας λεπτό, άρχισαν να διαπερνούν το σώμα μου έντονα ρεύματα , που άρχιζαν από τα κάτω άκρα και έφθαναν μέχρι την κεφαλή μου και τανάπαλιν(!), ενώ ένα ισχυρό άπλετο φως πλημμύρισε όλο το δωμάτιο μου και μου έδινε την εντύπωση, ότι βρισκόμουν μέσα σε φλόγες, οι οποίες, όμως δεν με έκαιγαν! Στην αρχή τρόμαξα πολύ και λίγο έλειψε να καταληφθώ από πανικό ! αμέσως όπως συνειδητοποίησα ότι όλα αυτά τα φαινόμενα απέρρεαν από την δύναμη της προσευχής του Παππούλη και όχι μόνο ηρέμησα, αλλά καταλήφθηκα από μια πρωτοφανή αγαλλίαση, που μου έδινε την εντύπωση ότι δεν πατούσα καθόλου στην γη! Όλα αυτά συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος της προσευχής. Την άλλη μέρα η πρώτη μου δουλειά ήταν να επικοινωνήσω με τον Παππούλη. Ήμουν αποφασισμένος να μην του πω τίποτα. Ήθελα πρώτα να μιλήσει ο παππούλης. Και έτσι έγινε. Μόλις ζήτησα την ευχή του, ο παππούλης με ιδιαίτερη ικανοποίηση και με τρανταχτά γέλια, μου είπε: Τρόμαξες ε! Και λίγο έλειψε να το βάλεις στα πόδια… Όμως εγώ σε έβλεπα μέσα σε έντονο φως, που πλημμύριζε όλο το δωμάτιο σου και εσύ περιχαρής ανέβαινες –ανέβαινες σαν να ήθελες να φτάσεις στο Θρόνο του Κυρίου! Βλέπεις τι δύναμη έχει αυτού του είδους η προσευχή; Συνέχισε και θα με θυμηθείς. Πράγματι! Τον θυμάμαι. Και θα τον θυμάμαι όχι μόνον σ’ αυτή, αλλά και στην άλλη ζωή. Γιατί τα φαινόμενα αυτά προϊόντος του χρόνου, έγιναν τόσο έντονα ώστε να μην μπορώ να τα περιγράψω!
Μακάρι να προσεύχεται και τώρα μαζί μου. Δεν θα ήθελα τίποτε άλλο. Γένοιτο!
Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Λειτουργίας
Προσπαθούσα, πάντοτε κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας να βρίσκομαι μέσα στο Ιερό Βήμα. Και τούτο διότι ήθελα από πολύ κοντά να παρακολουθώ τον π. Πορφύριο, πως τελούσε την αναίμακτη αυτή θυσία. Και δεν μετάνιωσα για την προσπάθεια μου αυτή. Αντίθετα, και σήμερα δηλώνω απερίφραστα, πως εάν ζούσε ο αείμνηστος γέροντας θα έκανα πάλι το ίδιο. Γιατί εκεί μέσα γνώρισα όλο το μεγαλείο της πίστεως! Εκεί μέσα έζησα στιγμές συγκινητικές και απερίγραπτες! Εκεί μέσα άκουσα να συνομιλούν τα κάτω με τα άνω! Εκεί μέσα είδα έναν παππούλη να υψώνει τα άγια χεράκια του προς τον Ύψιστο, όπως ακριβώς τα μικρά και αγνά παιδάκια κατά την ώρα της παιδικής τους προσευχής! Εκεί μέσα παρακολούθησα με πόση ευλάβεια και φόβο Θεού έκανε όλη την προετοιμασία του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας κατά την ώρα της Προσκομιδής! Ιδίως αυτό το τελευταίο με είχε κυριολεκτικά συγκλονίσει! Γιατί, ο π. Πορφύριος, όλο αυτό το θείο μυστήριο το ζούσε στην πραγματικότητα! Και αυτό το έδειχνε με τον τρόπο που χρησιμοποιούσε το πρόσφορο. Δεν το θεωρούσε σαν μια προσφορά. Αλλά νόμιζε ότι εκείνη την ώρα κρατούσε το ίδιο το σώμα του Χριστού. Γι’ αυτό και κάθε φορά που το έκοβε, πονούσε η ψυχούλα του, γιατί ήταν περισσότερο από βέβαιος, ότι την ώρα εκείνη κόβει το ίδιο το σώμα του Ιησού! Στις Δε ευχές που έλεγε κατά τον χρόνο της Προσκομιδής των Θείων δώρων, έδιδε τέτοια έμφαση και τέτοιο τόνο και χρώμα που συγκλόνιζαν ακόμα και τον πιο άπιστο και βάρβαρο στην ψυχή! Μου είναι αδύνατον να λησμονήσω τον τρόπο, που εδέετο υπέρ των ζώντων και των τεθνεώτων! Αυτό το: μνήσθητι Κύριε του δούλου σου τάδε, το έλεγε και το ζητούσε από τον Θεό με τόση γλυκύτητα και με τέτοιο παρακλητικό τόνο, που του ήταν αδύνατο να του αρνηθεί, όχι ο Θεός που είναι πολυέλεος, πολυεύσπλαχνος, μακρόθυμος και γεμάτος αγάπη, αλλά και ο μεγαλύτερος εγκληματίας ολοκλήρου της οικουμένης!
Ακόμη είχα παρατηρήσει, ότι ο Παππούλης καθόλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, έδινε την εντύπωση, πως ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε έχει καμμιά επαφή με τον έξω κόσμο. Εκείνος ζούσε στον δικό του κόσμο. Παρά ταύτα εγώ ούτε εκεί δεν τον άφηνα ήσυχο. Κάθε τόσο τον πλησίαζα όλο και περισσότερο, για να του δείξω την αγάπη μου. Και εκείνος ανταποκρινόμενος πλήρως, με σταύρωνε στο μέτωπο μου, πότε με την Ιερά Λαβίδα, πότε με τον Σταυρό του και άλλοτε με ότι Θείο κρατούσε στα άγια χεράκια του την ώρα εκείνη.
Και όταν ο Παππούλης σταύρωνε, δεν έκανε απλώς, το σημείο του Σταυρού, όπως συνήθως, γίνεται από τους ιερείς, αλλά πίεζε με τόση πίστη και δύναμη το μέτωπο, την κεφαλή ή άλλο σημείο του σώματος, που έπασχε, ώστε εκείνος που εσταυρώνετο το ένοιωθε, για τα καλά…μάλιστα!
Προσωπικά είχα υποστεί…πολλές φορές αυτή…την δοκιμασία, όταν ευρισκόμουν στο ιερό κατά την ώρα της θείας λειτουργίας και πάντα έμενα με την εντύπωση, ότι η υπερβολική πίεση που ασκούσε πάνω μου, έκανε το μέτωπο μου να αιμορραγεί, χωρίς στην πραγματικότητα, να συμβαίνει κάτι τέτοιο ποτέ.
Όμως , μια φορά, που βρισκόμουν πλησίον της αγίας Τραπέζης και παρακολουθούσα τον Παππούλη πως εκάλυπτε το δισκάριο με τον Σταυρό, (Σχήμα Σταυρού – μου διαφεύγει η ονομασία), με σταύρωσε με αυτόν, τόσο δυνατά, που όχι μόνο πόνεσα φοβερά, αλλά νόμισα, πως άνοιξε το μέτωπο μου στα τέσσερα (!) και προσπάθησα να …σκουπίσω τα αίματα με το δεξί μου χέρι, χωρίς βέβαια να υπάρχουν και χωρίς να μου δημιουργήσει την παραμικρή αμυχή, στο σημείο που ε σταύρωσε! Ωστόσο, τα μάτια μου βούρκωσαν από τον ισχυρό πόνο και μόνον από ντροπή δεν έκλαψα! Μετά από αυτό το περιστατικό, δεν ξανατόλμησα να τον πλησιάσω.
Επίσης, εκείνο που με είχε εντυπωσιάσει σε βαθμό υπερθετικό, ήταν ο τρόπος με τον οποίο περισυνέλεγε τα Θεία Μαργαριτάρια! Η επιμέλεια του, η ευλάβεια του, η προσοχή του και ο φόβος μήπως παραπέσει κανένα από αυτά, δεν είχαν προηγούμενο! Ίδρωνε, στην κυριολεξία από την αγωνία του!
Τέλος θα το θεωρούσα, τουλάχιστον, μεγάλη παράλειψη, αν δεν ανέφερα, έστω και δυο λέξεις, για τον τρόπο που έψελλε ο π. Πορφύριος.
Η ψαλμωδία του Παππούλη δεν είχε καμμιά σχέση με τις συνηθισμένες ψαλμωδίες, που ακούμε σήμερα στους περισσοτέρους Ιερούς Ναούς. Αλλά είχε κάτι το εντελώς ξεχωριστό. Ήταν πολύ λιτή, απέριττη, σιγανή και απαλλαγμένη από κορώνες και «γαργαριτά», που θυμίζουν ανατολίτικα τραγούδια και «αμανέδες» και απέφευγε συστηματικά να κάνει επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τις εστερείτο.
Εκείνο που τον ενδιέφερε, ήταν να προφέρει σωστά και καθαρά ότι έψαλλε και να γίνεται αυτό κατανοητό από το εκκλησίασμα αφ’ ενός και να έχει άμεση και συνεχή επαφή με το θείο, αφετέρου. Και τα επετύγχανε και τα δυο! Γιατί είχε μεγάλη πίστη στον Θεό και τον αγαπούσε, όσο τίποτε άλλο στον κόσμο! Γι’ αυτό και ο Θεός τον εδόξασε «έτι ζωντα». Ας τον τιμήσουμε και εμείς τώρα που κοιμήθηκε…
Το παράδειγμα της υπακοής
Ένα από τα πολλά χαρίσματα που κοσμούσαν τον χαρακτήρα του Πατρός Πορφυρίου, ήταν η υπακοή.
Κάποια μέρα αντί να μου μιλήσει ευθέως για την αξία της υπακοής που εγώ κάθε άλλο, παρά τα είχα…καλά μαζί της άρχισε να μου λεει τα εξής:
Όταν ακόμη ήμουν μοναχός και είχα σχεδόν την ηλικία σου πληροφορήθηκα ότι σε ένα κελί ζούσε ένας παράξενος γέροντας. Όποιος υποτακτικός πήγαινε να τον υπηρετήσει δεν άντεχε την γκρίνια του και την ιδιοτροπία του και μέσα σε 2-3 μέρες τον εγκατέλειπε και έφευγε. Αυτό συνέβαινε για πολύ καιρό. Στο τέλος δεν εδέχετο κανείς να πάει να τον υπηρετήσει. Τότε αποφάσισα να πάω εγώ. Έκανα την πρόθεση μου γνωστή στους άλλους μοναχούς και εκείνοι προσπάθησαν να με εμποδίσουν. Μην τολμήσεις, μου είπαν, γιατί θα αποτύχεις και θα απογοητευτείς και είσαι πολύ νέος και δεν κάνει να αρχίσεις την μοναχική σου ζωή με μια τόση κακή εμπειρία. Εδώ προσπάθησαν τόσοι και τόσοι μοναχοί με υπομονή πρωτόγνωρη και καλοσύνη πρωτοφανή και απέτυχαν και θα κατορθώσεις εσύ να συνεργαστείς με τον γεροπαράξενο; Μη προσπαθείς. Άδικα θα υποβληθείς σε μια ταλαιπωρία που δεν θα διαφέρει σε τίποτα από τις δικές μας αφού το αποτέλεσμα της θα είναι αρνητικό. Μάταια, όμως προσπάθησαν να με πείσουν. Εγώ, τους είπα, θα πάω και ας αποτύχω.
Πράγματι! Χωρίς να χάσω καιρό ξεκίνησα για το κελλί, που έμενε ο Γέροντας. Χτύπησα την πόρτα και μου είπε να περάσω. Τον καλημέρισα και συγχρόνως υποκλίνομαι. Την ευχή σας γέροντα.
- Τι θέλεις εσύ εδώ;
- Να, έμαθα, ότι είσαι μόνος σου και ανήμπορος και ήλθα να σε υπηρετήσω..
- Να πας από εκεί που ήρθες! Φύγε γρήγορα.
- Λέγοντας αυτά μου έδειξε το παράθυρο. Να φύγω δηλαδή από το παράθυρο και όχι από την πόρτα. Και εγώ όπως πάντα έκανα άκρα υπακοή! Βγήκα από το παράθυρο! Αυτό θα πει υπακοή!
Γεγονός πάντως είναι, ότι ο παππούλης επέμενε πολύ στο θέμα της υπακοής. Και την θεωρούσε καθήκον και υποχρέωση συνάμα κάθε πνευματικού παιδιού.
Ο ίδιος θέλοντας να δείξει το μέγεθος της σημασίας που είχε για εκείνον η υπακοή αναφέρει στην Επιστολή-Διαθήκη του, που άφησε σε όλους εμάς, τα εξής:
«…έφυγα από τους γονείς μου κρυφά και ήλθα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και υποτάχτηκα σε δυο γεροντάδες αυταδέλφους, Παντελεήμονα και Ιωαννίκιο. Μου έτυχε να είναι πολύ ευσεβείς και ενάρετοι και τους αγάπησα πάρα πολύ και γι’ αυτό, με την ευχή τους, τους έκανα ά κ ρ α υ π α κ ο ή. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ, αισθάνθηκα και μεγάλη αγάπη και προς τον Θεό και πέρασα και πάρα πολύ καλά».
Οι γονείς και το παιδί
Το έτος 1977 η σύζυγος μου έμεινε έγκυος. Η χαρά μας ήταν μεγάλη! Και η πρώτη μας φροντίδα ήταν να ενημερώσουμε τον π. Πορφύριο, ο οποίος συμμερίζετο τις χαρές μας και τις λύπες μας, από την πρώτη μέρα της γνωριμίας μας και μας στήριζε με τις προσευχές του, αλλά και τις συμβουλές του, οι οποίες ήσαν γεμάτες από σοφία και θεία έμπνευση!
Για τον λόγο αυτόν, τον επισκεφτήκαμε και του ανακοινώσαμε αυτοπροσώπως το χαρμόσυνο γεγονός. Ευχαριστήθηκε πολύ! Η χαρά του ήταν έντονα ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του.
-Τώρα ολοκληρώθηκε η ευτυχία σας! Ο καλός μας Θεός σας τα έδωσε όλα! Είστε καλοί και τους καλούς ο Κύριος δεν τους στερεί τίποτε! Εξάλλου, σας το είχα πει. Θα κάνετε παιδί, Αλλά εσείς μωρέ είσαστε άπιστοι Θωμάδες. Δεν πιστεύετε σ’ αυτά που σας λεω. Το ξέρω ότι με αγαπάτε αλλά είστε ολιγόπιστοι. Λυγίζετε εύκολα, που να σας πάρει η ευχή… Όταν έρχεστε, σας βλέπω σκυθρωπούς και απελπισμένους, και όταν φεύγετε σας βλέπω στον δρόμο που πηγαίνετε στο σπίτι σας, χαρούμενους, ευτυχισμένους και με τονωμένη την πίστη σας! Το αυτοκίνητο σας δεν κυλάει αλλά πετάει!
Τώρα, καθίστε να σας πω ορισμένα πράγματα, για να έχετε υπόψιν σας σαν υποψήφιοι γονείς που είστε. Και αυτά που θα σας πω, θέλω να τα βάλετε καλά στο μυαλό σας, να τα συγκρατήσετε και να τα εφαρμόσετε κατά γράμμα, εάν δεν θέλετε να δείτε το παιδί σας δυστυχισμένο και τους εαυτούς σας το ίδιο.
Έρχονται εδώ εκατοντάδες γονείς και με κλάματα στα μάτια με παρακαλούν να βοηθήσω τα παιδιά τους γιατί άλλα έμπλεξαν με ναρκωτικά, άλλα με κακές παρέες, άλλα τους βρίζουν τους ζητούν χρήματα, για να τα χρησιμοποιήσουν στις χαρτοπαιχτικές λέσχες και στα άλλα τυχερά παιχνίδια, και όταν δεν έχουν να τους δώσουν, τους απειλούν και ακόμη και τους χτυπούν! Έτσι φτάνουν οι γονείς να καταριώνται και αυτά και την ώρα και την στιγμή που τα έφεραν στην ζωή! Έχω δει γονείς, να κλαινε με μαύρο δάκρυ, για το κατάντημα των παιδιών τους και να λένε, χίλιες φορές να μην τα είχαμε! Γιατί, τότε θα είχαμε ένα καημό και μια στεναχώρια, που δεν θα είχαμε παιδιά, ενώ, τώρα μου λένε έχουμε χίλιους καημούς και άλλες στεναχώριες για τα προβλήματα τα φοβερά που μας δημιουργούν καθημερινά και ντρεπόμεθα να κυκλοφορούμε στον κόσμο. Γι’ αυτό ζητάνε να τους βοηθήσω με τις προσευχές μου, για να σώσουν τα παιδιά τους. Όμως, όταν τους ρωτώ εσείς τι κάνατε, ή τι κάνετε τώρα, για να βοηθήσετε αυτά τα δυστυχισμένα πλάσματα, μου απαντούν, σχεδόν , στερεότυπα, ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα, γιατί ξέφυγαν από τον έλεγχό τους, γιατί ήταν έφηβοι!
E! Επόμενο ήταν. Αφού αφήσατε όλα τα παιδικά χρόνια ανεκμετάλλευτα και περιμένατε να έλθει η ήβη, για να ασχοληθείτε με τα παιδιά σας, ασφαλώς αυτά τα αποτελέσματα, θα είχατε και θα πρέπει να περιμένετε και χειρότερα. Το παιδί είναι σαν το ζυμάρι. Όσο πιο μαλακό είναι το ζυμάρι, τόσο πιο εύκολα πλάθεται, διαμορφώνεται, διαπαιδαγωγείται και τελειούται.
Τώρα, που θυμηθήκατε εσείς, ότι έχετε παιδιά, ή μάλλον σας τα θύμισαν αυτά με τις αταξίες τους, τις απαιτήσεις, τις παρανομίες τους και γενικά με την ανήθικη συμπεριφορά τους, τώρα είναι αργά. Πέταξε το πουλάκι. Και αν πετάξει το πουλί, που το είχαμε στο κλουβί δύσκολα πιάνεται, για να μην πω, πως δεν ξαναπιάνεται!
Η διαπαιδαγώγηση του παιδιού είναι το Α και το Ω των υποχρεώσεων, που έχουν οι γονείς σ’ αυτήν την ανθρώπινη ύπαρξη, που με την θεϊκή συνύπαρξη, φέρνουν στην ζωή! Γονείς, που απέτυχαν να διαπαιδαγωγήσουν το παιδί τους σωστά, θεωρούνται αποτυχημένοι σε όλα! Σε όλα, με ακούτε; Γιατί, αν υποθέσουμε, ότι υπάρχουν γονείς, που αφιέρωσαν όλη τους την ζωή να επεκτείνουν τις βιομηχανικές τους εγκαταστάσεις και να πολλαπλασιάσουν τα χρήματα τους, με αποτέλεσμα να γίνουν μεγιστάνες του πλούτου, ενώ παράλληλα δεν έκαναν τίποτε, για την χρηστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους, τότε, σας λεω, ότι όχι μόνο δεν προσέφεραν τίποτε στα παιδιά τους, αλλά ηγωνίστηκαν και κόπιασαν για να δημιουργήσουν τεμπέληδες, ακαμάτες και εγκληματίες! Ναι! Σας το βεβαιώνω εγώ. Εγκληματίες έφτιαξαν!
Και ξέρετε γιατί; Γιατί το χρήμα, όταν βρεθεί σε χέρια διεφθαρμένων ανθρώπων, κάνει κακό και στους ίδιους που το έχουν και στους άλλους, που το στερούνται. Γιατί, οι πρώτοι εξαγοράζουν τους τελευταίους, από ανάγκη, και τους χρησιμοποιούν σαν άβουλα όντα, όπου, όποτε και για οποιονδήποτε λόγο θέλουν. Πάντως ποτέ για καλό!
Δεν έχετε ακούσει που λένε: «Το χρήμα διαφθείρει συνειδήσεις;». Πιο σωστή κουβέντα για τον ρόλο που παίζει το χρήμα στη συνείδηση του ατόμου και ειδικότερα στην εξαγορά της συνειδήσεως των ανθρώπων, από καταβολής κόσμου, εγώ τουλάχιστον, δεν έχω ακούσει. Που πάτε μακρυά. Ο Ιούδας δεν πρόδωσε τον Ιησούν μας, για το χρήμα; Για τα τριάκοντα αργύρια; Αυτό δεν σας φτάνει; Δεν είναι αρκετό να σας πείσει, για την καταστρεπτική δύναμη που έχει το χρήμα, όταν το χειρίζονται άνθρωποι, που δεν έχουν μέσα τους Θεό; Και αυτοί, που δεν ασχολούνται με την θεϊκή διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους τι νομίζετε ότι φτιάχνουν; Ιούδες φτιάχνουν! Και αλίμονο τους! Γιατί συγκεντρώνουν θησαυρούς εδώ στην γη και αδιαφορούν για την Βασιλεία των Ουρανών.
Εξ άλλου, αυτά που συγκεντρώνουν εδώ, ούτε και οι ίδιοι θα προλάβουν να τα απολαύσουν, αλλά ούτε και τα κακομαθημένα παιδιά τους θα μπορέσουν να τα διατηρήσουν. Και ξέρετε γιατί; γιατί οι μεν γονείς έχουν προσβληθεί από ανίατη αρρώστια, που λέγεται φιλαργυρία. Και με αυτή θα πεθάνουν αγκαλιά! Όλα τα άλλα αγαθά, που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο τους αφήνουν αδιάφορους. Επομένως θα πεθάνουν χωρίς να μπορέσουν να τα απολαύσουν! Τα Δε παιδιά τους, ανίκανα, όπως τα κατάντησαν, δεν θα είναι σε θέση να τα διατηρήσουν! Γιατί, το να διατηρήσει κανείς τα αγαθά, είναι δυσκολότερο από το να τα αποκτήσει! Πράγματι! Έχει δίκιο ο Παππούλης, διότι «Το διατηρήσαι τα’ αγαθά, χαλεπώτερον του κτήσασθαι», όπως έλεγαν και οι αρχαίοι πρόγονοι μας.
Συνεπώς, εάν δεν υπάρχει σωστή διαπαιδαγώγηση, δεν υπάρχει τίποτε. Και η σωστή διαπαιδαγώγηση δεν γίνεται όπως θέλουμε εμείς. Πολύ Δε περισσότερο δεν γίνεται όποτε θέλουμε εμείς! Αυτά τα δύο πρέπει να έχουν το ίδιο σημείο εκκίνησης και υποχρεωτικώς να συνυπάρχουν. Και το σημείο εκκίνησης συμπίπτει απολύτως, με το σημείο της σύλληψης του παιδιού. Συνεχίζεται καθόλη την διάρκεια της κυήσεως και αυξάνεται συνεχώς, από την ημέρα του τοκετού μέχρι της πλήρους ενηλικιώσεως του παιδιού.
Αυτό που σας λέω, είναι πολύ βασικό. Γι’ αυτό θέλω πολύ να το προσέξετε! Η φροντίδα των γονέων για το παιδί, αρχίζει από τότε που αυτό βρίσκεται μέσα στην κοιλιά της μητέρας του! Ναι! Από τότε!
Μα θα μου πείτε: τι μπορούμε να κάνουμε εμείς, για το έμβρυο και γενικά για ένα παιδί που βρίσκεται ακόμη, μέσα στην κοιλιά της μάνας του;
Σας απαντώ: Εμείς μόνοι μας τίποτε! Εκείνος, όμως , που επέτρεψε τη σύλληψη του, ΤΑ ΠΑΝΤΑ! Αλήθεια, υπάρχει μεγαλύτερο θαύμα από το θαύμα της συλλήψεως; ασφαλώς όχι!
Γι’ αυτό, εμείς σε Εκείνον θα απευθυνθούμε και από εκείνον θα ζητήσουμε τις θερμές προσευχές μας, να μεριμνήσουμε για την τελειότητα του σώματος και της ψυχής του συλληφθέντος παιδιού, όταν ακόμη αυτό βρίσκεται στο στάδιο της κυήσεως. Και εκείνος, με τη Θεία χάρη του Αγίου Πνεύματος, θα φροντίσει και για τα δυο. Οι προσευχές μας, όμως, δεν σταματάνε εδώ. Αντιθέτως μάλιστα! Μετά τον τοκετό, του νεογνού, όσο θα αυξάνει αυτό, θα αυξάνουν και οι προσευχές μας.
Έτσι, με τον τρόπο αυτόν δείχνουμε, ότι, πράγματι, εμπιστευόμαστε την σωστή διαπαιδαγώγηση του παιδιού μας στον ίδιο τον Θεό. Και όταν το παιδί μας βρίσκεται υπό την άμεση και συνεχή εποπτεία, παρακολούθηση και προστασία του Θεού, ε, τότε να είμαστε βέβαιοι, πως ποτέ δεν θα παραστρατήσει.
Επιστολή Γέροντος Πορφυρίου προς τα πνευματικά του παιδιά
" Αγαπητά πνευματικά μου παιδιά.
Τώρα που ακόμα έχω τας φρένας μου σώας θέλω να σας πω μερικές συμβουλές. Από μικρό παιδί όλο στις αμαρτίες ήμουνα. Και όταν με έστελνε η μητέρα μου να φυλάξω τα ζώα στο βουνό, γιατί ο πατέρας μου, επειδή ήμασταν φτωχοί είχε πάει στην Αμερική για να εργαστεί στην διώρυγα του Παναμά, για εμάς τα παιδιά του, εκεί, που έβοσκα τα ζώα συλλαβιστά διάβαζα τον βίο του αγίου Ιωάννου του Καλλυβίτου και πάρα πολύ αγάπησα τον Άγιο Ιωάννη και έκανα πάρα πολλές προσευχές σαν μικρό παιδί που ήμουνα 12-15 χρονών δεν θυμάμαι ακριβώς καλά και θέλοντας να τον μιμηθώ με πολύ αγώνα έφυγα από τους γονείς μου κρυφά και ήλθα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και υποτάκτηκα σε δυο γεροντάδες αυταδέλφους τον Παντελεήμονα και τον Ιωαννίκιο. Μου έτυχε να είναι πολύ ευσεβείς και ενάρετοι και τους αγάπησα πάρα πολύ και γι’ αυτό με την ευχή τους τους έκανα άκρα υπακοή. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ, αισθάνθηκα και μεγάλη αγάπη και προς τον Θεό και πέρασα πάρα πολύ καλά. Αλλά, κατά παραχώρηση του Θεού, για τις αμαρτίες μου αρρώστησα πολύ και οι Γεροντάδες μου μου είπαν να πάω στους γονείς μου στο χωριό μου εις τον Άγιον Ιωάννη Ευβοίας. Και ενώ από μικρό παιδί είχα κάνει πολλές αμαρτίες όταν ξαναπήγα στον κόσμο συνέχισα τις αμαρτίες οι οποίες μέχρι και σήμερα έγιναν πάρα πολλές. Ο κόσμος όμως με πήρε από καλό και όλοι φωνάζουνε ότι είμαι άγιος. Εγώ όμως αισθάνομαι ότι είμαι ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος του κόσμου. Όσα ενθυμόμουνα βεβαίως τα εξομολογήθηκα, αλλά γνωρίζω ότι γι αυτά που εξομολογήθηκα με συγχώρησε ο Θεός, αλλ’ όμως τώρα έχω ένα συναίσθημα ότι και τα πνευματικά μου αμαρτήματα είναι πάρα πολλά και παρακαλώ όσοι με έχετε γνωρίσει να κάνετε προσευχή για μένα διότι και εγώ όταν ζούσα πολύ ταπεινά έκανα προσευχή για σας, αλλ’ όμως τώρα που θα πάω για τον ουρανό έχω το συναίσθημα ότι ο Θεός θα μου πεί: τι θέλεις εσύ εδώ; Εγώ ένα έχω να του πω. Δεν είμαι άξιος Κύριε για εδώ, αλλ’ ότι θέλει η αγάπη σου ας κάμει για μένα. Από εκεί και πέρα δεν ξέρω τι θα γίνει. Επιθυμώ όμως να ενεργήσει η αγάπη του Θεού. Και πάντα εύχομαι τα πνευματικά μου παιδιά να αγαπήσουν το Θεό, που είναι το πάν, για να μας αξιώσει να μπούμε στην επίγειο άκτιστο εκκλησία του. Γιατί από εδώ πρέπει να αρχίσουμε. Εγώ πάντα είχα την προσπάθεια να προσεύχομαι και να διαβάζω τους Ύμνους της Εκκλησίας, την Αγία Γραφή και τους βίους των Αγίων μας και εύχομαι και εσείς να κάνετε το ίδιο. Εγώ προσπάθησα με τη χάρη του Θεού να πλησιάσω τον Θεό και εύχομαι και εσείς να κάνετε το ίδιο. Παρακαλώ όλους σας να με συγχωρέσετε για ότι σας στεναχώρησα.
Ιερομόναχος Πορφύριος
Εν Καυσοκαλυβίοις τη 4/7 Ιουνίου 1991"