ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΝΕΟΙ ΑΓΙΟΙ
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς * Ἅγιος Πορφύριος * Ἅγιος Παΐσιος
ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
Μεγάλη εὐλογία γιὰ τὶς ζοφερὲς ἡμέρες μας εἶναι ἡ ἐπίσημη διακήρυξη τῆς Ἁγιότητος τριῶν συγχρόνων μας Πατέρων, τοῦ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς, τοῦ π. Πορφυρίου καί τοῦ π. Παϊσίου.
Ἀπό τόν πρῶτο, τὸν π. Ἰουστῖνον, διδάχθηκα μέσα ἀπὸ τὰ βιβλία του αὐθεντικὴ καὶ ζωντανὴ Θεολογία, τὴν ὁποία καὶ συζητοῦσα μὲ τοὺς Κληρικοὺς ἐν Χριστῷ μαθητάς του, ποὺ ἔκαναν τότε μεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὴν Ἑλλάδα, ἰδιαιτέρως δὲ μὲ τὸν π. Ἀθανάσιον Γιέβτιτς καὶ τὸν π. Ἀρτέμιον Ραντοσάβλιεβιτς.
Εἴχαμε καὶ τὴν ἰδιαίτερη εὐλογία νὰ εὑρεθοῦμε μὲ τὴν πρεσβυτέρα μου στὴν κηδεία τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς στὸ Μοναστῆρι τοῦ Τσέλιε (ἀνθοῦντος τοῦ Κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος), νά λάβω μέρος σ’ αὐτήν, νὰ προσκυνήσουμε τὸ εὐωδιάζον(!) σκήνωμά του καὶ νὰ τὸ συνοδεύσουμε μέχρι καὶ τῆς ταφῆς του.
Ὁ π. Πορφύριος ὑπῆρξε κατὰ τὴν νεότητά του συνασκητὴς τοῦ Γέροντός μας π. Σίμωνος καί, ὅταν ὁ Γέροντάς μας ἀσθένησε σοβαρὰ καὶ διέκοψε τὴν ἐπικοινωνία του μὲ τὸν περιβάλλοντα κόσμο, ὁ π. Πορφύριος μὲ κατηύθυνε ὡς πρὸς τὸ ποιὲς ὁδηγίες νὰ δώσω στοὺς ἰατροὺς γιὰ νὰ παραταθῆ ἡ ζωὴ τοῦ π. Σίμωνος. Τότε, μοῦ διηγήθηκε καὶ περιστατικὰ ἀπὸ τὰ πρῶτα βήματα τῆς κοινῆς μοναστικῆς ζωῆς τους.
Βεβαίως, καὶ ἄλλες φορὲς μᾶς ἔδωσε συμβουλὲς γιὰ τὴν πνευματική μας ζωὴ καὶ γιὰ τὴν παιδαγωγικὴ τῆς οἰκογενείας μας, εἶχα δὲ τὴν εὐλογία –τότε ποὺ ἀσκήτευε στὰ Καλλίσια– νὰ λειτουργήσω μαζὶ μὲ τὸν π. Εἰρηναῖο Μπούλοβιτς (Ἀρχιμανδρίτη τότε καὶ σήμερα Μητροπολίτη τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας), συμπροσευχομένου τοῦ π. Πορφυρίου ἐντὸς τοῦ Ἱεροῦ Βήματος. Μετὰ τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ π. Πορφύριος ἐτέλεσε –μαζὶ μὲ ἐμᾶς τοὺς Λειτουργοὺς– τὸ Μυστήριο τῆς Βαπτίσεως νηπίου, τὸ ὁποῖο ἔλαβε τὸ ὄνομα Θεολόγος (υἱὸς τοῦ π. Χριστοδούλου καὶ τῆς Εὐτυχίας Χατζηθανάση), μὲ ἀνάδοχο τὸν ἀείμνηστο Καθηγητὴ τῆς Θεολογίας Κ. Σκουτέρην.
Τὸν π. Παΐσιον ἐγνώρισα ὅταν ἤμουν 18 ἐτῶν καὶ εὐεργετήθηκα πολλαπλῶς –καὶ ὅλη ἡ οἰκογένειά μου– ἀπό τήν ἀρετή, τὶς συμβουλὲς καὶ τὶς ἅγιες προσευχές του. Δυστυχῶς κάποιοι μὲ διέβαλαν καὶ συνεχίζουν νὰ μὲ διαβάλλουν –κυρίως στὴν περιοχὴ τῆς Θεσσαλονίκης– ὅτι τἄχα περιφρόνησα τὸν π. Παΐσιον καὶ ὅτι ...ἀσέβησα πρὸς αὐτόν, διαστρέφοντες τὶς θεολογικές μου ἐπιφυλάξεις γιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς ἐπιστολῆς του, ποὺ ἀναφέρεται στὸ δαιμονικὸ σφράγισμα τῶν ἀνθρώπων, ἐπιφυλάξεις ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν θεολογικὴ ἀκρίβεια τοῦ ζητήματος αὐτοῦ, ὅπως τὴν ἐνέκρινε καὶ τὴν ἐπεσφράγισε στὰ σχετικὰ χειρόγραφα κείμενά μου μὲ τὴν γραφίδα του ὁ μακαριστὸς π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος. Οἱ συκοφάντες μου ἐξακολουθοῦν νὰ μὲ διασύρουν ὡς ...καταφρονητὴν(!) τοῦ ἁγίου Παϊσίου, παρ’ ὅτι πλειστάκις ἔγραψα, πολὺ πρὸ τῆς ἐπισήμου διακηρύξεως τῆς ἁγιότητός του, ὅτι τὸν θεωρῶ ἅγιον καὶ ὅτι «προσκυνῶ καὶ τὸν τόπον οὗ ἔστησαν οἱ πόδες αὐτοῦ»!
Εἶναι ἄξιο ἀπορίας τὸ πῶς δὲν θεωρήθησαν οὔτε θεωροῦνται καταφρονηταὶ ἀλλὰ καὶ ὑβρισταὶ τῶν ἁγίων, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐστράφησαν –καὶ, μάλιστα, ἀδίκως– ἐναντίον μεγάλων ἁγίων, ἐλέγξαντες θεολογικὲς δογματικὲς θέσεις τους, παρ’ ὅτι οἱ ἐλεγχόμενοι ἅγιοι ἦσαν ἄριστοι δογματικοὶ θεολόγοι καὶ ἑρμηνευταὶ καὶ ὄχι ὅπως ὁ ἅγιος Παΐσιος, τοῦ ὁποίου ἡ πνευματικὴ εἰδικότητα δὲν ἦταν ἡ θεολογική, δογματικὴ καὶ ἑρμηνευτικὴ διατύπωση τῆς Πίστεώς μας, ἀλλὰ ἡ καθοδήγηση τῶν ἀνθρώπων στὴν πνευματική τους ζωή.
Παραδείγματος χάριν, ὁ ἅγιος Γεννάδιος «ὁ θεολόγος καὶ ἐξηγητής», ὅπως γράφει ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, «εἶχε γράψει μιὰ δριμεῖα κριτικὴ κατὰ τῶν “Δώδεκα ἀναθεματισμῶν” τοῦ ἁγίου Κυρίλλου καὶ εἶχε κατηγορήσει τὸν ἅγιον Κύριλλον γιὰ βλασφημία στὸ ἔργο του “Πρὸς Παρθένιον”»(!), παλαιοὶ δὲ καὶ σύγχρονοι θεολόγοι κατηγοροῦν ἐπὶ Μονοφυσιτισμῷ τὸν ...ἅγιον Γρηγόριον Νύσσης!
Στὶς ἡμέρες μας, ὁ ἀείμνηστος Παναγιώτης Τρεμπέλας ἔγραψε ὅτι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς «ἔν τινι μέτρῳ εἰς τὴν αὐτὴν (ὡς ὁ Βαρλαάμ) παρεσύρθη σύγχυσιν κατὰ διεύθυνσιν ἀντίθετον»(!) καὶ συμφωνεῖ μὲ τὰ γραφέντα ἀπὸ τὸν καθηγητὴν κ. Γ. Μαντζαρίδην ὅτι ὁ ἅγιος Παλαμᾶς δὲν ἀπέφυγε ...«ὡρισμένας ὑπερβολὰς ἢ ἀστόχους φραστικὰς διατυπώσεις εἰς τὸν πυρετὸν τῆς πολεμικῆς συγγραφικῆς του δραστηριότητος»!
Ὁ ἀείμνηστος π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καταφέρεται σκαιότατα κατὰ τοῦ ἁγίου Αὐγουστίνου –ὁ ὁποῖος, σημειωτέον, ἀπὸ Οἰκουμενικὲς Συνόδους ἀποκαλεῖται Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας– ἐπειδὴ μελέτησε τὸν ἅγιο Αὐγουστῖνο μέσῳ τῶν αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι πλαστογράφησαν κείμενα τοῦ ἁγίου, παρ’ ὅτι –ἐκτὸς τῶν πολλῶν ἄλλων– καὶ ὁ ἀσυμβίβαστος μὲ τὴν αἵρεση ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς στὴν Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας, γιὰ νὰ ἀποστομώση τοὺς αἱρετικοὺς Παπικούς, ποὺ προέβαλαν πλαστογραφημένα κείμενα τοῦ ἁγίου Αὐγουστίνου, χρησιμοποίησε κείμενα ἀπὸ τὰ γνήσια ἔργα τοῦ ἁγίου, «Μονόλογοι» (Soliloquia) καὶ «Περὶ Ἁγίας Τριάδος», ἀποκαλῶντας τον «μακάριον καὶ θεῖον Αὐγουστῖνον»!
Ὁ κ. Χρῆστος Γιανναρᾶς ὑβρίζει προσωπικὰ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη καὶ συκοφαντεῖ μὲ ἀπίστευτο πάθος ὡς ...αἱρετικὰ τὰ κείμενά του –παρ’ ὅτι ἡ ἁγιότης τοῦ Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας μας Νικοδήμου διεκηρύχθη ἰδιαιτέρως γιὰ τὰ συγγράματά του– χωρὶς ἀνάλογη ἀντίδραση τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἀρκέσθηκαν σὲ μιὰ ἐπιδοκιμασία τῶν δεκατριῶν ἄρθρων ποὺ ἔγραψα, ὑποστηρίζων τὸν ἅγιο Νικόδημο. Μάλιστα, ἡ ἐπιδοκιμασία αὐτὴ τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος καὶ ἀποδοκιμασία τοῦ κ. Γιανναρᾶ ἐγράφη μετὰ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ μακαριστοῦ ἀκαδημαϊκοῦ διδασκάλου μου Ἀρχιμανδρίτου π. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου τότε τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους!
Ὑπάρχουν καὶ πολλοὶ ἄλλοι ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ μνημονεύσουμε, ἀρκούμεθα ὅμως στὰ παραδείγματα ποὺ παραθέσαμε καὶ αὐτὸ γιατὶ μὲ τὰ παρατεθέντα ἡ ὑπὲρ ἡμῶν συνηγορία εἶναι ἰσχυροτέρα, ἀφοῦ ἐν ἀδίκῳ εὑρίσκονται οἱ ἀναφερθέντες ἐπικριταὶ τῶν ἁγίων καὶ ὄχι οἱ ἐπικρινόμενοι ἅγιοι.
Ἀξίζει, πάντως, νὰ προσθέσουμε τὴν περίπτωση τοῦ κατὰ τὰ λοιπὰ εὐλαβεστάτου καθηγητοῦ, ἀειμνήστου Ἀνδρέα Θεοδώρου, ὁ ὁποῖος ἔχει γράψει βιβλίο μὲ τὸ ὁποῖο ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξη ἡ Χριστολογία τοῦ Μονοφυσίτου Σεβήρου, Πατριάρχου Ἀντιοχείας, παρ’ ὅτι αὐτὸς πολέμησε τὴν Χριστολογία τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ κατεδικάσθη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας! Καὶ νὰ συνυπολογίσουμε ὅτι ὁ Ἀνδρέας Θεοδώρου ἦταν Καθηγητὴς τῆς Ἱστορίας τῶν Δογμάτων καί, μέχρι σήμερα, δὲν ἔχει βρεθεῖ κανεὶς νὰ τὸν κατηγορήση γιὰ αὐτό!
Αὐτὰ γιὰ τοὺς κατηγόρους μου. Γιὰ μᾶς, ἡ χαρὰ εἶναι μεγάλη ἀπὸ τὴν ἁγιοκατάταξη τῶν τριῶν αὐτῶν συγχρόνων ἁγίων καὶ τὴν χαρά μας αὐτὴ ἐκδηλώσαμε μὲ πολλοὺς τρόπους ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἁγιογράφησή τους στὸν Ναόν μας καί, μάλιστα, σὲ ἐμφανὲς σημεῖο, δεξιὰ στὴν εἴσοδο τοῦ Κυρίως Ναοῦ.
Ἔχουμε τὴν ἐντύπωση ὅτι ὁ Ναὸς μας εἶναι ὁ πρῶτος Κεντρικὸς Ναὸς πόλεως καί, μάλιστα, τῆς Πόλεως τῶν Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος ἐτίμησε μὲ τοιχογραφία τὰ Τρία αὐτὰ Σκεύη τῆς Θείας Χάριτος.
Οἱ εὐχὲς καὶ οἱ προσευχές τους νὰ μᾶς συνοδεύουν πάντοτε!
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 152
Ἀπρίλιος 2015