Ὅσιος Παΐσιος ἔζησε τόν 14ο καί 15ο αἰώνα μ.Χ. καί ἔφθασε στήν πόλη Γκαλίτς τῆς Ρωσίας ἀπό τό νότο περί τό 1385. Ἐκάρη μοναχός στή μονή τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Γκαλίτς καί ἀμέσως ἄρχισε τόν σκληρό πνευματικό ἀγώνα.
Στό Βίο ἀναφέρεται ὅτι μία φορά ὁ Ὅσιος Παΐσιος βρισκόταν σέ ἕνα κελλί μαζί μέ τόν ἐρημίτη Κασσιανό, τόν ἐπονομαζόμενο «Ἕλληνα», στόν ποταμό Οὔκμα καί μέ τούς μοναχούς Ἀδριανό καί Γεράσιμο. Ἐνῶ ἔψελναν τόν Ἀκάθιστο Ὕμνο, ξαφνικά ἐπάνω σέ ὁλόκληρο τό μοναστήρι ἐμφανίσθηκε ἕνα ὑπέρλαμπρο φῶς καί οἱ μοναχοί ἄκουσαν μία φωνή πού τούς καλοῦσε νά ἐξέλθουν ἀπό τό κελλί. Τρομαγμένοι, ἐξῆλθαν καί Ἄγγελος Κυρίου τούς ἔδειξε ἕνα ὅραμα: τή Θεοτόκο, πού καθόταν σέ ἕναν θρόνο καί στά χέρια της κρατοῦσε τόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς Βρέφος. Οἱ μοναχοί ἔπεσαν στή γῆ, ἀλλά ὁ Ἄγγελος τούς εἶπε νά σηκωθοῦν καί τούς διαβίβασε τήν ἐντολή τῆς Θεοτόκου νά οἰκοδομήσουν σέ ἐκεῖνο τό σημεῖο μία ἐκκλησία πρός τιμήν τῆς Προστάτιδος Μητέρας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ναός οἰκοδομήθηκε τό 1482 καί ὁ Ἀδριανός συμμετεῖχε στήν κατασκευή τῆς πέτρινης ἐκκλησίας, ἐνῶ τό 1489 βοήθησε τόν Ὅσιο Παΐσιο στήν κατασκευή τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου, στόν μικρό ποταμό Γκρέκοφ, στή δεξιά ὄχθη τοῦ ποταμοῦ τοῦ Βόλγα, πού ἐξαρτιόταν ἀπό τήν μονή τῆς Προστάτιδος Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ὁ Ὅσιος Παΐσιος ἀγωνίσθηκε γιά τήν ἑνότητα τῆς Ρωσικῆς γῆς καί τῶν ἡγεμόνων τῆς περιοχῆς καί ἀντιστάθηκε στούς φεουδαρχικούς πολέμους. Γιά τόν λόγο αὐτό ἐπισκέφθηκε καί τήν Μόσχα.
Μετά ἀπό θεοφιλή βίο καί ἀδιάλειπτη προσευχή ὁ Ὅσιος προαισθάνθηκε τό τέλος του. Ἔτσι ἄρχισε νά ἐντείνει τούς πνευματικούς του ἀγῶνες καί νά προετοιμάζεται ἐσωτερικά, γιά νά συναντήσει τόν Κύριο καί Θεό του. Κοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1460 ἢ τό 1463 καί ἐνταφιάσθηκε στή νότια πλευρά τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Οὐσπένσκι.