ριστιανὸς φιλόσοφος καὶ ἀπολογητὴς τοῦ 2ου μ.Χ. αἰώνα. Καταγόταν πιθανότατα ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ὅπου σπούδασε τὸν μέσο Πλατωνισμὸ καὶ τὴ Στωϊκὴ φιλοσοφία. Ἄκμασε στὰ χρόνια τῶν Ρωμαίων αὐτοκρατόρων Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180) καὶ Κομμόδου (180 – 192). Βασικὰ στοιχεῖα γιὰ τὸ πρόσωπο, τὴ μόρφωση καὶ τὸ ἔργο του ἀντλοῦμε ἀπὸ τὰ δυὸ ἔργα του, ποὺ διασώθηκαν σὲ κώδικα τοῦ 914, ὁ ὁποῖος ἐκπονήθηκε στὸ βιβλιογραφικὸ ἐργαστήριο τοῦ Ἀρέθα: «Πρεσβεία περὶ Χριστιανῶν καὶ Περὶ ἀναστάσεως νεκρῶν».
Ὁ Ἀθηναγόρας ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς σύγχρονούς του ἀπολογητὲς γιὰ τὴ φιλολογικὴ ἀρτιότητα καὶ τὸ προσεγμένο ὕφος, ἐνῶ στὸν χῶρο τῆς θεολογίας προβάλλει τὴν ὀρθόδοξη τριαδολογικὴ διδασκαλία, τὴ θεοπνευστία τῶν Ἁγίων Γραφῶν καὶ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ στάση στὸν ἠθικὸ βίο τῶν χριστιανῶν, γι' αὐτὸ καὶ τὸ συγγραφικό του ἔργο κατέχει ἀξιόλογη θέση στὴν ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία τῶν πρώτων αἰώνων.